Ηealth Solutions: Εδώ και 10 χρόνια πρωταγωνιστεί στο ιατρικό marketing

Κύριε Σανιδά, γιατί ένας επαγγελματίας υγείας αξίζει να επενδύσει σε υπηρεσίες ιατρικού marketing;

Το ιατρικό marketing είναι μια αναγκαιότητα πλέον, η οποία υπαγορεύεται από τις αλλαγές στο ευρύτερο πεδίο του τομέα της υγείας. Στόχος μας είναι να βοηθήσουμε τους συνεργάτες μας να μεταφέρουν τα μηνύματά τους πιο αποτελεσματικά στο κοινό τους. Όμως, η επιτυχημένη στρατηγική marketing δεν είναι η στιγμιαία «προσέλκυση» κοινού, αλλά η δημιουργία σχέσεων που αντέχουν στον χρόνο. Το να αντιμετωπίζεις τον ασθενή ως καταναλωτή ενέχει τον κίνδυνο της εμπορευματοποίησης του ίδιου του αγαθού της υγείας. Ο ρόλος μας είναι να βοηθήσουμε τους συνεργάτες μας να εκπαιδεύσουν το κοινό τους ώστε να αντιμετωπίζουν την υγεία τους ως βασική προτεραιότητα.

Στη Ηealth Solutions, στρατηγικά επενδύουμε στο μάρκετινγκ περιεχομένου το οποίο συμβάλλει στην οικοδόμηση και την εμπέδωση σχέσεων εμπιστοσύνης. Οι ικανοποιημένοι ασθενείς αποτελούν τους καλύτερες πρεσβευτές για έναν πάροχο υπηρεσιών υγείας.

Ποια θεωρείτε ως τη μεγαλύτερη πρόκληση που κληθήκατε να αντιμετωπίσετε;

Ξεκινώντας το 2012, σε ένα «αχαρτογράφητο» πεδίο στην Ελλάδα, γνωρίζαμε ότι ο βασικός σκόπελος που θα κληθούμε να ξεπεράσουμε είναι η αμφιβολία και η δυσπιστία σε μια νέα ιδέα. Τώρα πια, στο λεξιλόγιο του γιατρού εκτός από τη διάγνωση και τη θεραπεία έχουν διεισδύσει έννοιες όπως το media planning, consulting, media relations, digital marketing, οι οποίες όμως, πριν δέκα χρόνια ήταν άγνωστες. Εμείς τολμήσαμε λοιπόν, σε μια εποχή όπου το ιατρικό marketing δεν ήταν γνωστό και δεν είχε εδραιωθεί ακόμη στην Ελλάδα, να ιδρύσουμε μια εταιρεία αμιγώς εξειδικευμένη στο ιατρικό marketing. Χωρίς καμία διάθεση περιαυτολογίας, πιστεύω πως η Health Solutions άνοιξε τον δρόμο και εντόπισε πρώτη την αναδυόμενη τάση.

Tι σας ξεχωρίζει από τα άλλα agencies;

Η Health Solutions από το 2012 είναι δίπλα σε επαγγελματίες υγείας, αλλά και σε φορείς που δραστηριοποιούνται στον χώρο της υγείας, προσφέροντας συμβουλευτικές υπηρεσίες και στρατηγική επικοινωνία. Αναμφισβήτητα λοιπόν, το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα είναι η αποδεδειγμένη εμπειρία και η εξειδίκευση στο χώρο του ιατρικού marketing. Άλλωστε οι δεκαετείς συνεχιζόμενες συνεργασίες μας και η γνώμη των συνεργατών είναι η καλύτερη απόδειξη για το επίπεδο των υπηρεσιών που προσφέρουμε. «Καθείς εφ’ ω ετάχθη».

Ποιος είναι ο ρόλος της Health Solutions την επόμενη δεκαετία;

Στόχος μας είναι να παραμείνουμε πρωτοπόροι και αξιόπιστοι πάροχοι υπηρεσιών ιατρικής επικοινωνίας και marketing. Πιο συγκεκριμένα, σε αντιστοιχία με τις σύγχρονες τάσεις του individualized medicine ή personalized medicine, στοχεύουμε να είμαστε ένα βήμα μπροστά, με την εξατομικευμένη στρατηγική επικοινωνίας που εφαρμόζουμε. Με οδηγό την πείρα και τη γνώση μας είμαστε έτοιμοι να εντάξουμε νέες υπηρεσίες επικοινωνίας που θα μας εξελίξουν σε εταιρικό επίπεδο.

Παράλληλα, προτεραιότητα της Health Solutions είναι η διαρκής επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό της. Οι εταιρείες είναι οι άνθρωποι που τις απαρτίζουν. Είναι αυτή η ευτυχής «σύμπτωση/συνύπαρξη» ανθρώπων που συνδέονται με ένα κοινό όραμα, διαπνέονται από τις ίδιες αξίες και ακολουθούν μια συγκεκριμένη στρατηγική για την επίτευξη αυτού του οράματος.

Κλείνοντας θα ήθελα να τονίσω, ότι το ιατρικό marketing ανέκαθεν αποτελούσε και εξακολουθεί να συνιστά μια «πρόκληση» για τους ειδικούς της επικοινωνίας, καθώς θα πρέπει πάντα να ανευρίσκεται η χρυσή τομή: το σημείο όπου η επιστημοσύνη του ειδικού συναντιέται με τις ανάγκες του εκάστοτε ασθενή.

Καρδιακές βλάβες μετά από λοίμωξη COVID-19

Η μέτριας ή σοβαρής βαρύτητας λοίμωξη COVID-19 έχει συσχετισθεί με ένα ευρύ φάσμα καρδιακών επιπλοκών που εκτείνεται από την ασυμπτωματική αύξηση ειδικών μυοκαρδιακών ενζύμων όπως η τροπονίνη έως το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και την επιδείνωση ή ανάπτυξη νέας καρδιακής ανεπάρκειας, την εμφάνιση αρρυθμιών όπως η κολπική μαρμαρυγή καθώς και την ανάπτυξη θρομβωτικών επιπλοκών όπως η πνευμονική εμβολή.

Οι πιθανοί άμεσοι και έμμεσοι μηχανισμοί μυοκαρδιακής βλάβης σε ασθενείς με COVID-19 περιλαμβάνουν βλάβες λόγω των χαμηλών επιπέδων οξυγόνου και της γενικευμένης φλεγμονής, θρομβώσεις μικρών αγγείων και αποσταθεροποίηση/ρήξη αθηρωματικών πλακών με απότοκο το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, μυοκαρδιοπάθεια προκαλούμενη από ακραία στρεσογόνα ερεθίσματα και λιγότερο συχνά φλεγμονή του μυοκαρδίου (μυοκαρδίτιδα).

Τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα επιβεβαίωναν την αυξημένη επίπτωση καρδιαγγειακών επιπλοκών κατά τη διάρκεια της νόσησης, της νοσηλείας και πρώιμα εντός του πρώτου μήνα από την έναρξη της λοίμωξης COVID-19, ενώ δεδομένα για τις μακροπρόθεσμες επιπλοκές στο καρδιαγγειακό σύστημα γίνονται σταδιακά διαθέσιμα από μεγάλης κλίμακας έρευνες.

Ωστόσο, σε ένα ποσοστό ασθενών χωρίς προηγούμενο ιστορικό καρδιαγγειακών νοσημάτων ή παραγόντων κινδύνου ακόμη και μετά από ήπια λοίμωξη COVID-19 αναφέρονται εμμένοντα συμπτώματα όπως δυσανεξία στην άσκηση, αίσθημα παλμών και θωρακικά άλγη.

Μία πρόσφατη προοπτική μελέτη παρατηρήσεις από Γερμανούς ερευνητές διερεύνησε το ερώτημα της συσχέτισης των συμπτωμάτων αυτών με καρδιακές βλάβες.

Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο έγκριτο περιοδικό Nature Medicine (https://doi.org/10.1038/s41591-022-02000-0).

Η κλιματική αλλαγή μπορεί να κάνει τις πανδημίες πιο συχνές

H πιθανότητα εμφάνισης μια νέας πανδημίας παρόμοια με τη Covid-19 θα τριπλασιαστεί τις επόμενες δεκαετίες, σύμφωνα τα δεδομένα της πρόσφατης δημοσίευσης στο επιστημονικό περιοδικό The Proceedings of the National Academy of Sciences με θέμα την επίπτωση της κλιματικής αλλαγής στην εμφάνιση πανδημιών. Δεδομένα των τελευταίων 400 ετών μελετήθηκαν για τον υπολογισμό της πιθανότητας εμφάνισης νέων επιδημιών υπολογίζοντας τους θανάτους, τη διάρκεια προηγούμενων επιδημιών και τα ποσοστά εμφάνισης νέων μεταδοτικών ασθενειών.

Τα τελευταία δεδομένα δείχνουν ότι οι ασθένειες που περνούν από τα ζώα στους ανθρώπους (ζωονόσοι), είναι όλο και πιο συχνές λόγω των κλιματικών αλλαγών. Σε ασθένειες όπως και η COVID-19, τα ζώα αποτελούν τη δεξαμενή μεταδοτικών βακτηρίων και ιών όπως ο SARS-CoV-2, κάτι που σημαίνει ότι ο ιός ή το βακτήριο μπορεί να μεταλλαχθεί και να πολλαπλασιαστεί στον οργανισμό των ζώων και στη συνέχεια να μεταδοθεί είτε άμεσα μέσω της επαφής είτε έμμεσα διαμέσου του εδάφους, του νερού και των επιφανειών. Οι κλιματική αλλαγή ενισχύει τη δυνατότητα των ιών να προσβάλουν τον ανθρώπινο οργανισμό πιο εύκολα.

Πέρα από την πανδημία COVID-19, ένα άλλο παράδειγμα είναι η επανεμφάνιση του ιού Έμπολα στην Αφρική τα τελευταία χρόνια συμπεριλαμβανομένου και του φετινού. Υπάρχουν στοιχεία ότι η καταστροφή των δασών στην Αφρική για την δημιουργία φοινικέλαιου και η μετανάστευση των νυχτερίδων που ζούσαν σε εκείνες τις περιοχές αύξησαν τη μεταδοτικότητα της Έμπολα. Οι μολυσματικές ζωονόσοι αποτελούν το 60% όλων των ασθενειών και το 75% των νέων αναδυόμενων ασθενειών με βάση τα δεδομένα των Κέντρων Ελέγχου Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC). Όλες οι πληθυσμιακές ομάδες ενδέχεται να νοσήσουν με πιο ευάλωτα τα παιδιά κάτω των 5 ετών, τους ενήλικες άνω των 65 ετών, τις εγκύους και του ανοσοκατεσταλμένους. (Σύνοψη μελέτης: Ιατροί Θεραπευτικής Κλινικής ΕΚΠΑ).

Αριστοτέλης Μπάμιας: Σημαντικές οι εξελίξεις στον καρκίνο των ωοθηκών και του ουροθηλίου

Στην ομιλία σας στο πρόσφατο 7th Cancer Conference κάνατε λόγο για «καταρράκτη» εξελίξεων στον τομέα των θεραπευτικών επιλογών για την αντιμετώπιση του καρκίνου των ωοθηκών από το 2003 και μετά. Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα γι΄αυτές τις εξελίξεις;

Ο «καταρράκτης εξελίξεων» τον οποίο ανέφερα στο Cancer Conference αφορά τόσο συστηματικές θεραπείες όσο και χειρουργικές, που αφορούν τον προχωρημένο καρκίνο των ωοθηκών. Αναφορικά με τις χειρουργικές θεραπείες, υπήρξε μεγάλη βελτίωση με την εισαγωγή της λαπαροσκοπικής τεχνικής, κυρίως όμως με τη δημιουργία εξειδικευμένων κέντρων σε όλο τον κόσμο. Αναφορικά με τα φάρμακα, η «ραχοκοκαλιά» παραμένει η χημειοθεραπεία, όμως πλέον έχουν προστεθεί και νέα φάρμακα που στοχεύουν συγκεκριμένα μοριακά «μονοπάτια».

Ο καρκίνος ωοθηκών πριν μερικά χρόνια θεωρείτο ένας σοβαρός και επικίνδυνος για τη ζωή καρκίνος, όμως σήμερα πλέον θεωρείται χρόνιο νόσημα; Πώς φτάσαμε εδώ; Ποια τα επιδημιολογικά στοιχεία που έχουμε για τη χώρα μας;

Είναι αλήθεια ότι η έκβαση του καρκίνου των ωοθηκών, ειδικά του προχωρημένου, δεν έχει καμιά σχέση με αυτή που αντιμετωπίζαμε όταν ξεκίνησα να εργάζομαι στην ογκολογία. Αφενός η χειρουργική αντιμετώπιση είναι πλέον πιο «επιθετική», με πολύ καλά αποτελέσματα. Σήμερα εφαρμόζεται δεύτερο ή και τρίτο χειρουργείο στον προχωρημένο καρκίνο, με αποτέλεσμα τη σημαντική βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Αφετέρου, έχουμε πολύ μεγάλη βελτίωση με τις μοριακές θεραπείες, που σταθεροποιούν και αδρανοποιούν τους όγκους. Πλέον γυναίκες με πολύ προχωρημένη νόσο ξεπερνούν την πενταετία σε επιβίωση και αρκετές και τη δεκαετία, πολλές δε από αυτές με καλή ποιότητα ζωής. Αναφορικά με τα επιδημιολογικά στοιχεία, στη χώρα μας υπάρχει το γνωστό πρόβλημα της μη πλήρους καταγραφής των περιστατικών από τους θεράποντες γιατρούς, με αποτέλεσμα να μην έχουμε πλήρη στοιχεία. Τα στοιχεία για την έκβαση των περιστατικών τα έχουμε κυρίως από νοσοκομειακούς ασθενείς και κατά βάση από ακαδημαϊκά κέντρα. Ωστόσο, από την εποχή που βρισκόμουν στο Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» είχαμε δημοσιεύσει σειρές στοιχείων που έδειχναν ξεκάθαρα ότι η πρόγνωση των ασθενών με καρκίνο των ωοθηκών στην Ελλάδα είναι ακριβώς η ίδια με αυτή που υπάρχει στα καλύτερα κέντρα του εξωτερικού, ενώ η φαρμακευτική πρόοδος από το εξωτερικό δεν αργεί να φτάσει στη χώρα μας. Οι γυναίκες ασθενείς στην Ελλάδα δεν στερούνται τις σύγχρονες θεραπείες, με αποτέλεσμα να έχουν βελτιωμένα αποτελέσματα.

Ποιο ρόλο παίζει το γονίδιο BRCA στη βιολογία της νόσου; Ποιες γυναίκες με καρκίνο ωοθηκών θα πρέπει να ελέγχονται για γενετικές μεταβολές του γονιδίου BRCA; Έχει νόημα γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό να ελέγχονται για τον εν λόγω γονίδιο;

Υπάρχουν κριτήρια, σύμφωνα με τα οποία ακόμα και υγιείς γυναίκες που έχουν συγκεκριμένο οικογενειακό ιστορικό, θα πρέπει να ελέγχονται για την ύπαρξη του γονιδίου BRCA. Πρέπει βεβαίως πρώτα να ελέγχεται η ασθενής, και εάν είναι θετική, θα πρέπει να ελέγχεται και το στενό συγγενικό περιβάλλον. Το γονίδιο BRCA έχει διπλή σημασία: Αφενός να βρούμε συγγενείς που δεν πάσχουν, αλλά πρέπει να μπουν σε ένα πρόγραμμα προληπτικού ελέγχου για να μην αναπτύξουν καρκίνο μαστού ή ωοθηκών, για τους οποίους προδιαθέτει το εν λόγω γονίδιο, αφετέρου δε για θεραπευτικούς λόγους.

Η έρευνα έχει δείξει ότι το γονίδιο αυτό είναι απαραίτητο για να επιδιορθώνει το DNA των κυττάρων. Εάν ο όγκος έχει αυτό το γονίδιο, είναι δύσκολο να καταστραφούν τα καρκινικά κύτταρα. Ξέρουμε όμως, ότι σε ένα υψηλό ποσοστό όγκων, που φτάνει και το 50%, τα κύτταρα δεν έχουν αυτό το γονίδιο, επομένως αναγκάζονται να ακολουθήσουν άλλα μοριακά «μονοπάτια» για να επιδιορθώσουν το DNA τους. Σήμερα διαθέτουμε φάρμακα που αναστέλλουν αυτά τα μονοπάτια, με αποτέλεσμα να έχουμε πολύ καλά αποτελέσματα. Συνεπώς, όλες οι γυναίκες με προχωρημένο καρκίνο των ωοθηκών, με τον πιο κοινό ιστολογικό τύπο που είναι το ορώδες υψηλής κακοήθειας καρκίνωμα, θα πρέπει να ελέγχονται για το γονίδιο BRCA.

Επισημαίνετε ότι η θεραπεία του καρκίνου των ωοθηκών είναι ένας συνδυασμός χειρουργικής και φαρμακευτικής (συστηματικής) αντιμετώπισης, για αυτό και είναι αναγκαία η ύπαρξη εξειδικευμένων κέντρων με κατάλληλες υποδομές όπου οι χειρούργοι συνεργάζονται με τους ογκολόγους –παθολόγους για την επίτευξη των βέλτιστων θεραπευτικών αποτελεσμάτων. Δώστε μας περισσότερες λεπτομέρειες, καθώς και παραδείγματα αυτής της συνεργασίας.

Τα ογκολογικά συμβούλια των νοσοκομείων είναι θεσμοθετημένα από τον νόμο, όμως δεν εξασφαλίζουν ταυτόχρονα ότι θα υπάρχει το επίπεδο εξειδίκευσης και η διεπιστημονική συνεργασία που απαιτούνται για τη θεραπεία του καρκίνου των ωοθηκών. Κατά συνέπεια, οι ασθενείς θα πρέπει να αναζητούν τα εξειδικευμένα αυτά κέντρα, όπου μπορούν να τους δώσουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Είμαι ευτυχής που εργάστηκα επί 17 χρόνια στο Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», που αποτελεί το μεγαλύτερο κέντρο αναφοράς για γυναικολογικούς καρκίνους, ένα κέντρο αναγνωρισμένο και από την Ευρωπαϊκή Σχολή Γυναικολογικής Ογκολογίας, που παρέχει εξειδίκευση και σε ιατρούς από άλλες χώρες. Βεβαίως, αυτό δεν είναι το μόνο κέντρο, υπάρχουν και άλλα εξειδικευμένα κέντρα στην Ελλάδα που μπορούν να επιτύχουν το καλύτερο αποτέλεσμα για τις γυναίκες με καρκίνο των ωοθηκών.

Οι Ελληνίδες ασθενείς θα πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη στους Έλληνες ογκολόγους και στα ελληνικά κέντρα, γιατί δεν στερούνται των επιστημονικών εξελίξεων που καταγράφονται σε διεθνές επίπεδο και μπορούν να έχουν υψηλό επίπεδο θεραπευτικής αντιμετώπισης.

Καρκίνος ουροδόχου κύστεως

Πώς σχολιάζετε το γεγονός ότι ο καρκίνος της ουροδόχου κύστεως αυξήθηκε κατά 36% την τελευταία 10ετία;

Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστεως είναι πολύ συχνός στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στις Μεσογειακές χώρες. Η Ελλάδα είναι η χώρα με την υψηλότερη συχνότητα σε όλο τον κόσμο, όσον αφορά τους άνδρες.

Οι λόγοι δεν είναι επαρκώς καθορισμένοι, ωστόσο ο σημαντικότερος λόγος θεωρείται το κάπνισμα. Όμως παράλληλα, ο καρκίνος αυτός, στα ¾ των περιπτώσεων που παρουσιάζεται κατά τη διάγνωση, δεν είναι θανατηφόρος. Είναι επιφανειακός και αντιμετωπίζεται με τοπικές θεραπείες και καλή παρακολούθηση.

Συνεπώς η αύξηση των περιστατικών καρκίνου της ουροδόχου κύστεως στη χώρα μας είναι κάτι που θα πρέπει να μας προβληματίσει, όμως στη συντριπτική πλειοψηφία, δεν αποτελεί κίνδυνο για τη ζωή των ασθενών.

Πώς μπορεί να διαγνωστεί εγκαίρως ο καρκίνος αυτός και ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου;

Σας ευχαριστώ πολύ για την ερώτηση, διότι η ομάδα που έχω την τιμή να είμαι πρόεδρός της, η Ελληνική Ερευνητική Ομάδα Ουρογεννητικού Καρκίνου (ΕΕΟΟΓΕΚ), σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ουρολογίας, έχει δώσει πολύ μεγάλη σημασία στην ευαισθητοποίηση του κοινού.

Το βασικό σύμπτωμα του καρκίνου του ουροθηλίου είναι η αιματουρία. Πριν μερικές εβδομάδες ήμασταν στο Σύνταγμα ενημερώνοντας το κοινό, ενώ σύντομα θα τρέξει και ένα ενημερωτικό σποτ στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Οι άνδρες πολλές φορές συνδέουν την αιματουρία με προβλήματα στον προστάτη, ενώ οι γυναίκες με ουρολοίμωξη, όμως την τελική λέξη πρέπει να την έχει ο ουρολόγος. Στην πρώτη παρουσία αίματος στα ούρα πρέπει να επισκεφθούμε ουρολόγο, γιατί σε περίπτωση καρκίνου της ουροδόχου κύστεως η έγκαιρη διάγνωση παίζει κομβικό ρόλο. Όσο για τους παράγοντες κινδύνου, το κάπνισμα παίζει τον πρωτεύοντα ρόλο, ενώ άλλοι παράγοντες αφορούν την έκθεση σε ορισμένες βιομηχανικές χημικές ουσίες, χρωστικές κ.ά. που όμως δεν αφορούν τόσο τη χώρα μας.

Ποιες οι διαφορές στην αντιμετώπιση του ουρογεννητικού καρκίνου μεταξύ ανδρών και γυναικών ασθενών;

Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστεως είναι πιο συχνός στους άνδρες. Επίσης, διαφέρει η χειρουργική αντιμετώπιση: εάν πρέπει να αφαιρεθεί η κύστη, πρόκειται για διαφορετική επέμβαση, καθώς εάν υπάρχει διήθηση, στον άνδρα αφαιρείται ο προστάτης, ενώ στη γυναίκαι αφαιρείται η μήτρα.

Ποιος ο ρόλος της ανοσοθεραπείας στην αντιμετώπιση του ουροθηλιακού καρκίνου;

Η ανοσοθεραπεία έφερε πραγματική κοσμογονία στη θεραπευτική αντιμετώπιση του ουροθηλιακού καρκίνου. Είναι μια θεραπεία η οποία προς το παρόν χρησιμοποιείται στη μεταστατική νόσο, όμως μελετάται και ήδη έχει μπει και σε προηγούμενα στάδια.

Ήδη η ενδοκυστική ανοσοθεραπεία εφαρμόζεται από το 1976, όταν έγινε η πρώτη χρησιμοποίηση του BCG (εξασθενημένα μυκοβακτηρίδια φυματίωσης) στην αντιμετώπιση του καρκίνου της ουροδόχου κύστεως. Σήμερα έχουμε πολύ καλύτερα φάρμακα, πολλά από τα οποία χρησιμοποιούνται και σε άλλους καρκίνους, φάρμακα τα οποία είναι διαθέσιμα και στην Ελλάδα.

Ποια η πρόγνωση, αλλά και η θεραπευτική αντιμετώπιση του υποτροπιάζοντος καρκίνου ουροδόχου κύστεως;

Μέχρι τη εμφάνιση της ανοσοθεραπείας, οι γιατροί δεν είχαν στα χέρια τους πολλές θεραπευτικές λύσεις για τον υποτροπιάζοντα καρκίνο ουροθηλίου. Η χημειοθεραπεία είναι πάρα πολύ καλή θεραπεία και το 20%-25% των ασθενών με προχωρημένη νόσο ιώνται με αυτή. Σήμερα, με την παρουσία της χημειοθεραπείας, τα πράγματα γίνονται ακόμα καλύτερα. Ωστόσο, θα πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια ώστε να μην υποτροπιάσει η νόσος, με σωστότερη θεραπεία, συνδυασμό χειρουργείου και φαρμακευτικών θεραπειών και φυσικά διεπιστημονική προσέγγιση. Θα ήθελα καταλήγοντας να προσθέσω ότι στη χώρα μας τρέχουν πολλές και αξιόλογες κλινικές μελέτες και καλό θα είναι τόσο οι συνάδελφοι ιατροί όσο και οι συγγενείς των ασθενών να έχουν υπόψιν τους τη μεγάλη ωφέλεια που θα έχουν οι ασθενείς από τη συμμετοχή σε αυτές, έχοντας την ευκαιρία να λάβουν τα νέα καινοτόμα φάρμακα, πριν κυκλοφορήσουν στη χώρα μας. Οι ρυθμιστικές αρχές, τα νοσοκομεία και η Πολιτεία σήμερα έχουν αγκαλιάσει αυτή την υπόθεση, αναγνωρίζοντας το μεγάλο όφελος που έχουν οι ασθενείς, αλλά και το όφελος για το σύστημα υγείας της χώρας, με την εισροή χρημάτων για τη διεξαγωγή αυτών των κλινικών μελετών.

Νεότερες θεραπευτικές εξελίξεις στον προχωρημένο καρκίνο του προστάτη

Έχει υπολογιστεί ότι ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του προστάτη κατά τη διάρκεια ζωής ενός άντρα είναι 11,6%.[1] Παρόλο που ο εντοπισμένος καρκίνος του προστάτη έχει περισσότερο από 99% ποσοστό πενταετούς επιβίωσης, το ίδιο ποσοστό για τον μεταστατικό καρκίνο του προστάτη είναι μόνο 31%. Για αυτό τον λόγο κρίνεται ως επιτακτική η ανάγκη εξεύρεσης αποτελεσματικών νέων φαρμακευτικών παραγόντων και θεραπευτικών συνδυασμών για τη θεραπεία του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη, ο οποίος ως όρος περιλαμβάνει εκτός από τον μεταστατικό καρκίνο του προστάτη χωρίς προηγούμενη τοπική θεραπεία και την υποτροπιάζουσα νόσο κατόπιν θεραπείας (χειρουργικής και/ή ακτινοβολιών).

Ιστορικά, από τη δεκαετία του 1940, η καταστολή της παραγωγής τεστοστερόνης στους όρχεις δια μέσω της θεραπείας στέρησης ανδρογόνων είναι ο κεντρικός άξονας της θεραπευτικής διαχείρισης του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια είμαστε μάρτυρες μίας ταχείας μεταμόρφωσης και εξέλιξης του θεραπευτικού πεδίου του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη (Πίνακας 1) χάρη στην καλύτερη κατανόηση της εξέλιξης και των σηματοδοτικών μονοπατιών του, των μεταλλάξεων που συνδέονται με αυτόν και των μηχανισμών αντίστασης του στη θεραπεία.

Οι θεραπευτικοί παράγοντες κατά του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη που έχουν λάβει έγκριση από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (U.S. Food and Drug Administration, FDA) τα τελευταία χρόνια περιλαμβάνουν φάρμακα που:

  • αναστέλλουν τον άξονα των ανδρογόνων [αμπιρατερόνη (abiraterone), ενζαλουταμίδη (enzalutamide), απαλουταμίδη (apalutamide), δαρολουταμίδη (darolutamide), relugolix] [1,2]
  • στοχεύουν τους μικροσωληνίσκους δια μέσω της αναστολής του αποπολυμερισμού τους ή της προαγωγής του πολυμερισμού τους [δοσεταξέλη (docetaxel), καμπαζιταξέλη (cabazitaxel)] [1,2]
  • αναστέλλουν τα ανθρώπινα ένζυμα της πολυμεράσης της πολυ-άδενο διφωσφορικής ριβόζης (PARP-1, PARP-2 και PARP-3) [ολαπαρίμπη (olaparib), rucaparib] [2]
  • χρησιμοποιούν ραδιενεργά μιμητικά ασβεστίου που στοχεύουν τις μεταστάσεις οστών (ράδιο-223) [1]
  • χρησιμοποιούν ραδιενεργά σωματίδια προσδεμένα σε μόρια που στοχεύουν καρκινικά κύτταρα που εκφράζουν το ειδικό προστατικό μεμβρανικό αντιγόνο (prostate-specific membrane antigen, PSMA) [lutetium-177 (177Lu)-PSMA-617] [5]
  • εμπλέκουν μηχανισμούς του ανοσοποιητικού συστήματος (παράγοντας sipuleucel-T). [1]

Στα ακόλουθα κεφάλαια συνοψίζονται οι κλινικές μελέτες που οδήγησαν στην έγκριση των προαναφερθέντων φαρμακευτικών παραγόντων, σχολιάζονται τα αποτελέσματα κλινικών δοκιμών που άλλαξαν την κλινική πρακτική τα τελευταία χρόνια, αναφέρονται κλινικές δοκιμές υπό εξέλιξη που ενδέχεται να συνεισφέρουν στο θεραπευτικό οπλοστάσιο κατά του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη και συζητούνται οι αναδυόμενες προκλήσεις και μελλοντικές κατευθύνσεις της κλινικής έρευνας στο συγκεκριμένο θεραπευτικό πεδίο.

Μεταστατικός ορμονοευαίσθητος καρκίνος του προστάτη [1]
Ιστορικά, οι θεραπευτικές αποφάσεις για την αντιμετώπιση του μεταστατικού ορμονοευαίσθητου καρκίνου του προστάτη (metastatic castration-sensitive prostate cancer, mCSPC) βασίζονται στα κριτήρια που αναπτύχθηκαν στην κλινική δοκιμή CHAARTED για χαμηλής και υψηλής έντασης ασθένεια (low-/high-volume disease), με την υψηλής έντασης ασθένεια να καθορίζεται από την παρουσία σπλαχνικών μεταστάσεων και/ή τουλάχιστον τεσσάρων οστικών μεταστάσεων, με τουλάχιστον μία εξ αυτών σε οποιοδήποτε οστό εκτός αυτών της σπονδυλικής στήλης και της λεκάνης. Επί του παρόντος, κατά την τελευταία πενταετία επτά φαρμακευτικοί παράγοντες έχουν λάβει έγκριση για χρήση στη θεραπευτική αντιμετώπιση του mCSPC, η αμπιρατερόνη, η απαλουταμίδη, η ενζαλουταμίδη, η δοσεταξέλη, το relugolix, και η δαρολουταμίδη σε συνδυασμό με τη δοσεταξέλη. [6]

Δοσεταξέλη [1]
Η δοσεταξέλη ήταν η πρώτη συστηματική θεραπεία που δείχθηκε να οδηγεί στη βελτίωση της συνολικής επιβίωσης (overall survival, OS) ανδρών με mCSPC όταν συνδυάστηκε με θεραπεία στέρησης ανδρογόνων (androgen deprivation therapy). Οι μελέτες που έδειξαν αυτά τα αποτελέσματα ήταν δύο μεγάλες τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές φάσης ΙΙΙ, η E3805 CHAARTED και η STAMPEDE (πίνακας 1).

Ωστόσο, τα αποτελέσματα από μια μικρότερη μελέτη φάσης ΙΙΙ (δοκιμή GETUG-AFU15) διαφώνησαν με τα ευρήματα των μελετών E3805 CHAARTED και STAMPEDE, με την ασυμφωνία μεταξύ αυτών να αποδίδεται στο μικρότερο μέγεθος δείγματος, στη χαμηλότερη στατιστική ισχύ και στο μεγαλύτερο ποσοστό ασθενών με χαμηλής έντασης ασθένεια στη δοκιμή GETUG-AFU15. Σε μια μετα-ανάλυση αυτών των τριών μελετών, η προσθήκη της δοσεταξέλης σε θεραπεία στέρησης ανδρογόνων σχετίστηκε με βελτιωμένη επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου (progression-free survival, PFS) [αναλογία κινδύνου (hazard ratio, HR) =0,63, 95% διάστημα εμπιστοσύνης (confidence interval, CI) 0,57-0,70, P <0,001] και βελτιωμένο OS (HR =0,73, 95% CI 0,60-0,90, P =0,002) στους ασθενείς με mCSPC. Παρόλα αυτά, το όφελος της OS καθοδηγήθηκε από την υψηλής έντασης ασθένεια. Σε μία ανάλυση υποομάδας των μελετών GETUG-AFU 15 και E3805 CHAARTED, το HR για τους ασθενείς με υψηλής έντασης ασθένεια που έλαβαν δοσεταξέλη και θεραπεία στέρησης ανδρογόνων ήταν 0,67 (95% CI 0,51-0,88), ενώ για τους ασθενείς με χαμηλής έντασης ασθένεια που έλαβαν τον ίδιο συνδυασμό ήταν 0,80 (95% CI 0,49-1,32). Σε αντίθεση, σε μια post hoc ανάλυση 830 ασθενών (76%) που συμμετείχαν στη μελέτη STAMPEDE με αξιολογήσιμο φορτίο μεταστατικής νόσου, παρατηρήθηκε όφελος με τη δοσεταξέλη ανεξάρτητα από την ένταση της ασθένειας: το HR ήταν παρόμοιο μεταξύ της υποομάδας ασθενών με χαμηλής έντασης ασθένεια (HR =0,76, 95% CI 0,54-1,07, P =0,107) και αυτής των ασθενών με υψηλής έντασης ασθένεια (HR =0,81, 95% CI 0,64-1,02, P =0,064). Βάσει αυτών των αποτελεσμάτων, ο συνδυασμός της δοσεταξέλης με θεραπεία στέρησης ανδρογόνων συνίσταται σε ασθενείς με υψηλής έντασης mCSPC, ενώ για τους ασθενείς με χαμηλής έντασης mCSPC το όφελος αυτού του θεραπευτικού συνδυασμού παραμένει ασαφές.

Νέες ορμονικές θεραπείες: αμπιρατερόνη, απαλουταμίδη, ενζαλουταμίδη, relugolix, δαρολουταμίδη σε συνδυασμό με δοσεταξέλη [1]
Το έτος 2017, οι κλινικές μελέτες LATITUDE και STAMPEDE (σκέλος G) έδειξαν ότι η προσθήκη της αμπιρατερόνης και πρεδνιζόνης στη θεραπεία στέρησης ανδρογόνων βελτιώνει σημαντικά την επιβίωση χωρίς ακτινολογική εξέλιξη της νόσου (radiographic progression-free survival, rPFS) και τη συνολική επιβίωση σε ασθενείς που είναι νεοδιαγνωσθέντες με υψηλού κινδύνου mCSPC. Ωστόσο, αυτές οι δύο μελέτες διέφεραν σημαντικά ως προς τα κριτήρια ένταξης ασθενών – η μελέτη LATITUDE συμπεριέλαβε μόνο νεοδιαγνωσθέντες άνδρες με mCSPC με υψηλού κινδύνου ασθένεια (≥2 από τα ακόλουθα κριτήρια: σκορ Gleason ≥8, ≥3 οστικές μεταστάσεις, ή μετρήσιμη σπλαχνική μετάσταση), ενώ η μελέτη STAMPEDE συμπεριέλαβε ασθενείς με μη μεταστατικό καρκίνο και ασθενείς με mCSPC χωρίς διαστρωμάτωση κινδύνου. Παρόλο που οι κατευθυντήριες γραμμές στις ΗΠΑ συνιστούν τη χρήση της αμπιρατερόνης σε άνδρες με mCSPC ανεξάρτητα του κινδύνου ή της έντασης της ασθένειας, ο συνδυασμός της θεραπείας στέρησης ανδρογόνων με αμπιρατερόνη είναι εγκεκριμένος μόνο για χρήση σε άνδρες με υψηλού κινδύνου mCSPC. Μία post hoc ανάλυση υποομάδας της κλινικής δοκιμής STAMPEDE έδειξε ότι η προσθήκη αμπιρατερόνης σε θεραπεία στέρησης ανδρογόνων βελτίωσε το OS στους άνδρες με νόσο χαμηλού κινδύνου (HR =0,66, 95% CI 0,44-0,98) και την 3-ετή επιβίωση χωρίς αποτυχία (failure-free survival) (HR =0,25, 95% CI 0,17-0,33) συγκριτικά με τη θεραπεία στέρησης ανδρογόνων μόνο, ενώ το ίδιο παρατηρήθηκε και για την υποομάδα ασθενών με υψηλού κινδύνου νόσο (OS: HR =0,54, 95% CI 0,41-0,70 – 3-ετής επιβίωση χωρίς αποτυχία: HR =0,31, 95% CI 0,25-0,39). Με γνώμονα αυτά τα ευρήματα, η χρήση της αμπιρατερόνης μπορεί να συνίσταται σε άνδρες με mCSPC ανεξάρτητα από τον κίνδυνο της νόσου.

Σχήμα 1. Μοριακοί στόχοι των συστηματικών θεραπειών στη φαρμακευτική αντιμετώπιση του μεταστατικού καρκίνου του προστάτη. Συντμήσεις: AKT, AKR thymoma (θύμωμα) – AR, androgen receptor (υποδοχέας ανδρογόνων) – BiTE, bispecific T-cell engager (διειδικά αντισώματα) – CAR, chimeric antigen receptor (χιμαιρικός υποδοχέας αντιγόνου) – CYP17A1, cytochrome (κυτόχρωμα) P450 17A1 – DHT, dihydrotestosterone (διυδροτεστοστερόνη) – PARP, poly ADP-ribose polymerase (πολυμεράση της πολυαδενοφωσφορικής ριβόζης) – PI3K, phosphoinositide 3-kinase (φωσφοϊνοσιτιδική-3-κινάση) – PROTAC, proteolysis-targeting chimera (χιμαιρικό μόριο που επάγει επιλεκτικά πρωτεόλυση) – PSMA, prostate-specific membrane antigen (ειδικό προστατικό μεμβρανικό αντιγόνο) – PTEN, phosphatase and tensin homolog (ομόλογο φωσφατάσης και τενσίνης).[2]

Οι πρόσφατες επιτυχίες με τη χρήση της ενζαλουταμίδης στις κλινικές δοκιμές ENZAMET και ARCHES και της απαλουταμίδης στη δοκιμή TITAN έχουν δημιουργήσει περισσότερες θεραπευτικές επιλογές για τους ασθενείς με mCSPC. Στη μελέτη ENZAMET, το σκέλος της ενζαλουταμίδης σε συνδυασμό με θεραπεία στέρησης ανδρογόνων συγκριτικά με το σκέλος της καθιερωμένης θεραπείας (μη στεροειδή αντιανδρογόνα σε συνδυασμό με θεραπεία στέρησης ανδρογόνων) παρουσίασε μεγαλύτερο διάστημα κλινικής επιβίωσης δίχως εξέλιξη (ρυθμός επιβίωσης χωρίς συμβάντα στα 3 χρόνια: 68% έναντι 41%, HR =0,40, 95% CI 0,33-0,49, P <0,001) και μεγαλύτερο OS στο διάστημα παρακολούθησης 34 μηνών (HR =0,67, 95% CI 0,52-0,86, P =0,002). Ένα μοναδικό χαρακτηριστικό αυτής της μελέτης ήταν ότι επέτρεψε την ταυτόχρονη χρήση της δοσεταξέλης σύμφωνα με την απόφαση του ασθενούς και του θεράποντα ιατρού, το οποίο αποτέλεσε προκαθορισμένο παράγοντα διαστρωμάτωσης της μελέτης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η πρώιμη χρήση της δοσεταξέλης οδήγησε σε περισσότερες τοξικότητες αλλά όχι σε βελτίωση του OS (HR =0,90, 95% CI 0,62-1,31, τιμή P για την αλληλεπίδραση =0,04, προσαρμοσμένη τιμή P =0,14).

Στη μελέτη ARCHES, η επιβίωση χωρίς ακτινολογική εξέλιξη, η οποία ήταν το πρωτεύον τελικό σημείο της μελέτης, βελτιώθηκε σημαντικά τόσο στους ασθενείς με χαμηλής έντασης νόσο (HR =0,25, 95% CI 0,14-0,46) όσο και στους ασθενείς με υψηλής έντασης νόσο (HR =0,43, 95% CI 0,33-0,57). Η μελέτη ARCHES ήταν η πρώτη κλινική δοκιμή που έδειξε όφελος του rPFS σε άνδρες με mCSPC κατόπιν πρότερης χημειοθεραπείας με δοσεταξέλη. Στη μελέτη TITAN, τα κύρια σημεία της μελέτης ήταν δύο, η συνολική επιβίωση και η επιβίωση χωρίς ακτινολογική εξέλιξη. Τη χρονική στιγμή της ενδιάμεσης ανάλυσης, στο διάμεσο διάστημα παρακολούθησης των 23 μηνών, τόσο το OS όσο και το rPFS βελτιώθηκαν σημαντικά (OS: HR =0,67, 95% CI 0,51-0,89, P <0,005 – rPFS: HR =0,48, 95% CI 0,39-0,60, P >0,001). Συνολικά, παρατηρήθηκε μείωση της τάξης του 33% στον κίνδυνο θανάτου και μείωση της τάξης του 52% στον κίνδυνο εξέλιξης της νόσου ή θανάτου. Αξιοσημείωτα, η θεραπεία με απαλουταμίδη βελτίωσε την επιβίωση ενώ διατήρησε τη σχετιζόμενη με την υγεία ποιότητα ζωής των ασθενών. Σε μια πιο πρόσφατη κλινική μελέτη φάσης ΙΙΙ, τη HERO, ο παράγοντας relugolix δείχθηκε να είναι ανώτερος από τη λευπρορελίνη στη διατήρηση της τεστοστερόνης σε επίπεδα κατώτερα του ευνουχισμού στις 48 εβδομάδες (96,7% έναντι 88,8% των ασθενών, 95% CI 4,1-11,8, P <0,001). Περαιτέρω, στο σκέλος του relugolix, παρατηρήθηκαν ταχύτερη καταστολή της τεστοστερόνης και σημαντικά χαμηλότερα ποσοστά καρδιαγγειακών συμβαμάτων (ειδικά στους άνδρες που είχαν εμφανίσει προηγούμενα καρδιαγγειακά συμβάματα).[2,7] Ακόμα πιο πρόσφατα, η χρήση της δαρολουταμίδης σε συνδυασμό με δοσεταξέλη και θεραπεία στέρησης ανδρογόνων εγκρίθηκε για ασθενείς με mCSPC βάσει των αποτελεσμάτων της κλινικής μελέτης φάσης ΙΙΙ ARASENS, η οποία έδειξε ότι η χρήση της δαρολουταμίδης σχετίστηκε με στατιστικά σημαντική μείωση του κινδύνου θανάτου της τάξης του 32,5% συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο (HR =0,68, 95% CI 0,57-0,80, P <0,001). Η δαρολουταμίδη σχετίστηκε επίσης με σημαντική καθυστέρηση στον χρόνο έως την εξέλιξη του πόνου (HR =0,79, 95% CI 0,66-0,95, P =0,006). [6, 11]

Μη μεταστατικός ανθεκτικός στον ευνουχισμό καρκίνος του προστάτη [1]
Τρεις μεγάλες, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο, τυχαιοποιημένες μελέτες φάσης ΙΙΙ, η SPARTAN, η PROSPER και η ARAMIS, έδειξαν βελτιωμένη επιβίωση χωρίς μετάσταση με τη χορήγηση της απαλουταμίδης, της ενζαλουταμίδης και της δαρολουταμίδης, αντίστοιχα, σε ασθενείς με επίπεδα του ειδικού προστατικού αντιγόνου (prostate-specific antigen, PSA) >2 ng/ml και χρόνο διπλασιασμού των επιπέδων PSA ≤10 μήνες και χωρίς στοιχεία μεταστατικής νόσου βάσει συμβατικής τομογραφίας οστών και αξονικής τομογραφίας. Τα αποτελέσματα αυτών των κλινικών δοκιμών οδήγησαν στην έγκριση από τον FDA αυτών των φαρμάκων με τη θεραπευτική ένδειξη της θεραπείας του μη μεταστατικού ανθεκτικού στον ευνουχισμό καρκίνου του προστάτη (castrate-resistant prostate cancer, CRPC).

Πρόσφατες ενημερώσεις αυτών των μελετών έχουν επίσης αναφέρει τη βελτίωση του OS. Ωστόσο, σε αρκετούς από τους ασθενείς που συμμετείχαν σε αυτές τις μελέτες, και που μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαν διαγνωστεί με μη μεταστατικό CRPC, έχει ανιχνευτεί μετέπειτα μεταστατικός καρκίνος του προστάτη μέσω νέων και πιο ευαίσθητων μεθόδων απεικόνισης τομογραφίας εκπομπής ποζιτρονίων (PET) (μέθοδοι PSMA-PET, choline PET, fluorodeoxyglucose PET και fluciclovine PET). Σε αυτούς τους ασθενείς, η πρακτική εφαρμογή των ευρημάτων των παραπάνω μελετών μπορεί να είναι περίπλοκη. Πράγματι, σε μία πρόσφατη αναδρομική μελέτη που συμπεριέλαβε 200 άνδρες με M0CRPC (ο όρος M0CRPC χρησιμοποιείται για τις περιπτώσεις καρκίνου του προστάτη που η θεραπεία στέρησης ανδρογόνων οδηγεί στην ανάπτυξη ανθεκτικότητας στη θεραπεία δίχως τον εντοπισμό μεταστάσεων με τις συμβατικές μεθόδους απεικόνισης), οι οποίοι είχαν παρεμφερή κλινικά και απεικονιστικά χαρακτηριστικά με τους ασθενείς των προαναφερόμενων τριών μελετών φάσης ΙΙΙ, και οι οποίοι υποβλήθηκαν σε απεικόνιση με PSMA-PET, δείχθηκε ότι οι ασθενείς παρουσίασαν μετάσταση στη λεκάνη (44%) και/ή σε απομακρυσμένα σημεία (55%) στη μεγαλύτερη πλειοψηφία τους.

Μεταστατικός ανθεκτικός στον ευνουχισμό καρκίνος του προστάτη [1,2]
Το έτος 2004, η δοσεταξέλη έλαβε έγκριση από τον FDA για τη θεραπεία ασθενών με μεταστατικό ανθεκτικό στον ευνουχισμό καρκίνο του προστάτη (mCRPC) αφότου η χρήση της σχετίστηκε με ανώτερη συνολική επιβίωση συγκριτικά με τη μιτοξανδρόνη (mitoxantrone) σε δύο κλινικές δοκιμές φάσης ΙΙΙ. Συγκεκριμένα, στη μελέτη TAX-372, η χρήση της δοσεταξέλης σε ασθενείς με mCRPC που παρουσίασαν εξέλιξη της νόσου υπό θεραπεία στέρησης ανδρογόνων σχετίστηκε με διάμεσο OS 19,2 μηνών έναντι 16,3 μηνών με τη μιτοξανδρόνη (P =0,004). Μεταγενέστερα, το έτος 2010, η κλινική δοκιμή TROPIC έδειξε βελτιωμένο διάμεσο OS με τη καμπαζιταξέλη (25 mg/m2) συγκριτικά με τη μιτοξανδρόνη (15,1 έναντι 12,7 μήνες – HR =0,70, 95% CI 0,59-0,83, P <0,0001) σε ασθενείς που προηγουμένως είχαν λάβει θεραπεία με δοσεταξέλη, γεγονός που οδήγησε στην έγκριση της χρήσης της σε αυτόν τον πληθυσμό ασθενών από τον FDA. Ακόμα πιο πρόσφατα, το έτος 2017, η μελέτη PROSELICA έδειξε ότι η θεραπεία με 20 mg/m2 καμπαζιταξέλης ήταν μη κατώτερη από αυτή των 25 mg/m2 σε ασθενείς που είχαν λάβει θεραπεία με δοσεταξέλη στο παρελθόν, οδηγώντας στην έγκριση της μικρότερης δόσης. Ωστόσο, όπως έδειξε η μελέτη FIRSTANA, καμία δόση της καμπαζιταξέλης δεν ήταν ανώτερη της δοσεταξέλης σε ασθενείς με mCRPC που δεν είχαν λάβει χημειοθεραπεία στο παρελθόν.

Η αμπιρατερόνη είναι ένα άλλο φάρμακο για τη θεραπεία του mCRPC που έλαβε έγκριση βάσει των αποτελεσμάτων των ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο κλινικών δοκιμών COU-AA-301 και COU-AA-302, οι οποίες επέδειξαν το όφελος επιβίωσης με τη χρήση της αμπιρατερόνης σε ασθενείς που είχαν λάβει στο παρελθόν δοσεταξέλη (διάμεσο OS: 14,8 έναντι 10,9 μήνες, HR =0,65, 95% CI 0,54-0,77) και ασθενείς που δεν είχαν λάβει χημειοθεραπεία στο παρελθόν (διάμεσο OS: 34,7 έναντι 30,3 μήνες, HR =0,81, 95% CI 0,70-0,93), αντίστοιχα. Παρομοίως, η ενζαλουταμίδη έχει εγκριθεί για χρήση σε ασθενείς που έχουν λάβει δοσεταξέλη στο παρελθόν και ασθενείς που είναι πρωτοθεραπευόμενοι με χημειοθεραπεία βάσει των ευρημάτων των ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο μελετών AFFIRM (διάμεσο OS: 18,4 έναντι 13,6 μήνες, HR =0,63, 95% CI 0,53-0,75, P <0,001) και PREVAIL (διάμεσο OS: 32,4 έναντι 30,2 μήνες, HR =0,71, 95% CI 0,60-0,84, P <0,001), αντίστοιχα. Οι αναστολείς της πολυμεράσης της πολυ-άδενο διφωσφορικής ριβόζης ολαπαρίμπη και rucaparib αποτελούν δύο φάρμακα της Ιατρικής Ακριβείας (precision medicine) που έχουν λάβει έγκριση για τη θεραπεία του mCRPC σε συγκεκριμένους υποπληθυσμούς ασθενών. Η μελέτη φάσης ΙΙΙ PROFOUND, η οποία συμπεριέλαβε ασθενείς που παρουσίασαν εξέλιξη της νόσου ενώ λάμβαναν θεραπεία με τα νεότερα αντιανδρογόνα ενζαλουταμίδη ή αμπιρατερόνη, επέδειξε την σημαντική επιμήκυνση του rPFS (7,4 έναντι 3,6 μήνες, HR =0,34, 95% CI 0,25-0,47, P <0,001) και τη βελτίωση του OS (19,1 έναντι 14,7 μήνες, HR =0,69, 95% CI 0,50-0,97, P <0.02) με τη χρήση της ολαπαρίμπης συγκριτικά με τη θεραπεία νεότερων αντιανδρογόνων σε ασθενείς που έφεραν μεταλλάξεις σε γονίδια επιδιόρθωσης ομόλογου ανασυνδυασμού (homologous recombination repair, HRR). Κατόπιν της δημοσίευσης αυτών των αποτελεσμάτων, η ολαπαρίμπη έλαβε έγκριση για τη θεραπεία του mCRPC σε ασθενείς που έχουν παρουσιάσει εξέλιξη της νόσου ενόσω υπό θεραπεία με ενζαλουταμίδη ή αμπιρατερόνη και φέρουν μεταλλάξεις σε οποιοδήποτε από τα ακόλουθα γονίδια: BRCA1/2, ATM, BARD1, BRIP1, CDK12, CHEK1/2, FANCL, PALB2, RAD51B/C/D και RAD54L. Αντίστοιχα και ταυτόχρονα με την ολαπαρίμπη, το rucaparib έλαβε έγκριση για χρήση σε ασθενείς που φέρουν μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA και έχουν λάβει στο παρελθόν θεραπεία νεότερων αντιανδρογόνων και μίας ταξάνης. [8,12] Πολύ πρόσφατα εγκρίθηκε από τον FDA η χρήση του lutetium-177 (177Lu)-PSMA-617 σε ασθενείς με mCRPC που έχουν λάβει στο παρελθόν θεραπεία με τουλάχιστον έναν αναστολέα ανδρογόνων και με μία έως δύο ταξάνες.

Η έγκριση βασίστηκε στα αποτελέσματα της κλινικής μελέτης VISIOΝ, η οποία έδειξε ότι η προσθήκη του 177Lu-PSMA-617 στην καθιερωμένη θεραπεία οδήγησε σε σημαντική βελτίωση του OS (15,3 έναντι 11,3 μήνες για την καθιερωμένη θεραπεία μόνο, HR =0.62, 95% CI 0,52-0,74, P <0,001) και του rPFS (8,7 έναντι 3,4 μήνες, HR =0,40, 99,2% CI 0,29-0,57, P <0,001). Παρόλο που η θεραπεία με 177Lu-PSMA-617 σχετίστηκε με μεγαλύτερη συχνότητα ανεπιθύμητων συμβαμάτων συγκριτικά με την καθιερωμένη θεραπεία μόνο (52,7% έναντι 38%, αντίστοιχα), η ποιότητα ζωής των ασθενών δεν επηρεάστηκε αρνητικά. [5,13] Άλλοι παράγοντες που έχουν επιδείξει βελτίωση της συνολικής επιβίωσης σε ασθενείς με mCRPC είναι το ράδιο-223, ένας εκπομπός σωματιδίων άλφα, και o παράγοντας sipuleucel-T, ένα εμβόλιο δενδριτικών κυττάρων προερχόμενων από μονοκύτταρα αίματος του ασθενούς. Στην κλινική δοκιμή φάσης ΙΙΙ ALSYMPCA, ασθενείς με mCRPC που έλαβαν ράδιο-223 παρουσίασαν βελτιωμένο διάμεσο OS σε σχέση με το εικονικό φάρμακο (14,9 έναντι 11,3 μήνες, HR =0,70, 95% CI 0,58-0,83, P <0,001). Αντίστοιχα, η χρήση του sipuleucel-T σε ελάχιστα συμπτωματικούς ασθενείς σχετίστηκε με βελτιωμένο διάμεσο OS σε σχέση με το εικονικό φάρμακο (25,8 έναντι 21,7 μήνες, HR =0,78, 95% CI 0,61-0,98, P =0,03). Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι οι προαναφερθείσες μελέτες απέκλεισαν ασθενείς με σπλαχνική νόσο, ως εκ τούτου το ράδιο-223 και το sipuleucel-T δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται στον υποπληθυσμό ασθενών που παρουσιάζουν μεταστατική νόσο σε σημεία πέρα από τα οστά και τους λεμφαδένες. Μία άλλη επιλογή για κάποιους ασθενείς με mCRPC είναι η πεμπρολιζουμάμπη (pembrolizumab), ένα εξανθρωπισμένο μονοκλωνικό αντίσωμα, η χρήση της οποίας έχει εγκριθεί για την αντιμετώπιση καρκίνων προχωρημένου σταδίου οι οποίοι χαρακτηρίζονται από υψηλή μικροδορυφορική αστάθεια (microsatellite instability, MSI) ή ανεπάρκεια επιδιόρθωσης αναντιστοιχιών (deficiency in mismatch repair, dMMR) και οι οποίοι έχουν εξαπλωθεί ή υποτροπιάζουν, δεν αποκρίνονται σε άλλες θεραπείες ή δεν μπορούν να αφαιρεθούν χειρουργικά. [14] Δεδομένου ότι λιγότερο από 3% των ασθενών με καρκίνο του προστάτη έχουν όγκους χαρακτηρισμένους ως MSI ή dMMR και περίπου 50% των ασθενών με mCRPC αποκρίνονται στη θεραπεία με πεμπρολιζουμάμπη, η επιλογή της αφορά έναν πολύ μικρό υποπληθυσμό ασθενών με mCRPC.

Κλινικές δοκιμές σε εξέλιξη [2]
Πλήθος κλινικών μελετών διερευνά επί του παρόντος την αποτελεσματικότητα νεότερων φαρμάκων ή συνδυασμών τους στη θεραπεία του μεταστατικού ορμονοευαίσθητου/ανθεκτικού στον ευνουχισμό καρκίνου του προστάτη (mCSPC/mCRPC). Για παράδειγμα, ο παράγοντας capivasertib, ένας νεότερος αναστολέας του μονοπατιού AKT, διερευνάται σε συνδυασμό με την αμπιρατερόνη σε άνδρες με mCSPC που παρουσιάζουν ανεπάρκεια στο ομόλογο φωσφατάσης και τενσίνης (δοκιμή φάσης ΙΙΙ CAPItello-281), ενώ ο παράγοντας niraparib, ένας αναστολέας της πολυμεράσης της πολυ-άδενο διφωσφορικής ριβόζης, διερευνάται σε άνδρες με mCSPC που φέρουν μεταλλάξεις σε γονίδια του HRR (δοκιμή φάσης ΙΙΙ AMPLITUDE) και σε άνδρες με mCRPC που φέρουν μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA (δοκιμή φάσης ΙΙ GALAHAD).

Συντμήσεις: HRR, homologous recombination repair – mCRPC, metastatic castration-resistant prostate cancer – mCSPC, metastatic castration-sensitive prostate cancer – OS, overall survival – PARPi, poly-ADP ribose polymerase inhibitor – PET-CT, positron emission tomography-computed tomography – PFS, progression-free survival – PSA, prostate-specific antigen – PSMA, prostate-specific membrane antigen – PTEN, phosphatase and tensin homolog – rPFS, radiographic progression-free survival.

Προκλήσεις και μελλοντική κατεύθυνση της έρευνας [2]
Οι πρόσφατες εξελίξεις του θεραπευτικού πεδίου του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη θέτουν νέες προκλήσεις ως προς την επιλογή των θεραπευτικών συνδυασμών και της σειράς χορήγησης των νέων φαρμακευτικών παραγόντων. Παρόλο που οι κλινικές μελέτες δείχνουν σαφές όφελος όταν η θεραπεία στέρησης ανδρογόνων εντατικοποιείται με τη δοσεταξέλη ή τα νεότερα αντιανδρογόνα σε ασθενείς με mCSPC, ο αριθμός των ασθενών που δεν λαμβάνει εντατικοποιημένη θεραπεία επί του παρόντος παραμένει υπερβολικά υψηλός. Μία άλλη πρόκληση εντοπίζεται στην επιλογή και σειρά χορήγησης των φαρμακευτικών παραγόντων στο περιβάλλον του mCRPC κατόπιν εξέλιξης της νόσου υπό ένα εντατικοποιημένο σχήμα θεραπείας στέρησης ανδρογόνων, δεδομένου ότι μήτε τα νεότερα αντιανδρογόνα ούτε οι ταξάνες είχαν εγκριθεί αρχικά για χορήγηση μετά από εντατικοποιημένη θεραπεία στέρησης ανδρογόνων στο περιβάλλον του mCSPC.

Ένα άλλο πρόβλημα εδράζεται στο γεγονός ότι η πρόσβαση σε πρόσφατα εγκεκριμένα αντιανδρογόνα όπως επίσης και σε εξειδικευμένους γενετικούς ελέγχους είναι ελλιπής σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος εξαιτίας τόσο του ακριβού τους κόστους όσο και της πτωχής ασφαλιστικής κάλυψης σε αυτές τις χώρες. Συνεπώς, χρειάζεται να γίνει μία συντονισμένη προσπάθεια μεταξύ των διάφορων εμπλεκόμενων μελών συμπεριλαμβανομένων των γιατρών, των φαρμακευτικών εταιρειών, των κυβερνητικών υπηρεσιών υγείας, των ομάδων υποστήριξης ασθενών και των διεθνών ογκολογικών εταιρειών για να μετριαστούν οι ρυθμιστικοί, οικονομικοί και πολιτιστικοί φραγμοί σχετικά με την πρόσβαση σε αυτές τις θεραπείες που επιμηκύνουν τη ζωή. Οι μελλοντικές κατευθύνσεις στη διαχείριση του μεταστατικού προστάτη περιλαμβάνουν την αναγνώριση νέων μοριακών παραγόντων και την ανάπτυξη νέων συνδυασμών ανοσοθεραπείας. Για παράδειγμα, τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της ελεγχόμενης με εικονικό φάρμακο μελέτης φάσης ΙΙΙ IPATential150 (Πίνακας 2), η οποία αξιολογεί τον συνδυασμό της αμπιρατερόνης με τον παράγοντα ipatasertib (αναστολέας του μονοπατιού AKT), είναι ενθαρρυντικά: οι ασθενείς που φέρουν μία μετάλλαξη απώλειας λειτουργίας στο γονίδιο του ομολόγου φωσφατάσης και τενσίνης παρουσίασαν βελτίωση του rPFS (HR =0,65, 95% CI 0,45-0,95, P =0.0206). Ένα άλλο παράδειγμα αποτελεί ο συνδυασμός της καμποζαντινίμπης, ενός αναστολέα πολλαπλών υποδοχέων της τυροσινικής κινάσης, και της ατεζολιζουμάμπης, ενός αναστολέα σημείων ελέγχου του ανοσοποιητικού συστήματος.

Αυτός ο θεραπευτικός συνδυασμός επέδειξε ποσοστό αντικειμενικής απόκρισης (ORR) της τάξης του 32% και μία διάμεση διάρκεια απόκρισης ίση με 8,3 μήνες σε έναν πληθυσμό ασθενών με mCRPC που είχε ήδη υποβληθεί σε βαριά θεραπεία [μελέτη φάσης Ιβ COSMIC-021 (NCT03170960)]. Επιπρόσθετα, παράγοντες με καινοτόμους μηχανισμούς δράσης ήδη ερευνώνται σε διάφορες υπό εξέλιξη κλινικές μελέτες. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ο παράγοντας ARV-110, μία χιμαιρική πρωτεΐνη που προωθεί την ουβικιτίνωση (ubiquitination) και αποδόμηση του υποδοχέα ανδρογόνων.

Συμπερασματικά, ο αξιοσημείωτος ρυθμός ανάπτυξης φαρμάκων και ρυθμιστικών εγκρίσεων έχουν φέρει επανάσταση την τελευταία δεκαετία στο πεδίο της θεραπευτικής αντιμετώπισης του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη. Η τρέχουσα εποχή της στοχευμένης θεραπείας, της ανοσοθεραπείας, της θεραποδιαγνωστικής (theranostics) θα συνεχίσει να εξελίσσεται γοργά και περαιτέρω βελτιώσεις στην επιβίωση των ασθενών αναμένονται τα επόμενα χρόνια. Αυτές οι εξελίξεις στη θεραπευτική αντιμετώπιση, ωστόσο, θα συνεχίσουν να θέτουν νέες προκλήσεις στην κλινική ιατρική σχετικά με την επιλογή και σειρά χορήγησης των διάφορων θεραπειών του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη και θα απαιτούνται όλο και περισσότερο επιπρόσθετες μελέτες οι οποίες θα επικεντρώνονται στη βελτιστοποίηση των αποτελεσμάτων και στην ελαχιστοποίηση του κόστους και των τοξικοτήτων των νέων φαρμακευτικών θεραπειών.


Γλωσσάρι [1,2]:
Αναλογία κινδύνου: η αναλογία του κινδύνου ενός αποτελέσματος σε μία ομάδα ασθενών προς τον κίνδυνο του ίδιου αποτελέσματος σε μια άλλη ομάδα ασθενών
Aνθεκτικός στον ευνουχισμό καρκίνος του προστάτη: ο καρκίνος του προστάτη που συνεχίζει να εξελίσσεται παρά τη μείωση της τεστοστερόνης σε πολύ χαμηλά επίπεδα
Επιβίωση χωρίς ακτινολογική εξέλιξη της νόσου: το χρονικό διάστημα από την τυχαία ανάθεση θεραπείας μέχρι τον εντοπισμό ακτινολογικής εξέλιξης της νόσου ή θανάτου του ασθενούς
Επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου: το χρονικό διάστημα κατά ή μετά τη θεραπεία της νόσου κατά το οποίο ο ασθενής παραμένει εν ζωή χωρίς να παρουσιάζει τοπικά εξέλιξη της νόσου σε υψηλότερο στάδιο ή επέκταση της σε απομακρυσμένο σημείο
Θεραπεία (απο)στέρησης ανδρογόνων: η θεραπεία που καταστέλλει ή εμποδίζει την παραγωγή ή δράση των ανδρικών ορμονών
Νέα αντιανδρογόνα: οι δεύτερης γενιάς αναστολείς του άξονα των ανδρογόνων, οι οποίοι μπορούν να καταστείλουν την ανάπτυξη του καρκίνου του προστάτη αφότου αυτός έχει εμφανίσει ανθεκτικότητα στον ευνουχισμό
Oρμονοευαίσθητος καρκίνος του προστάτη: ο καρκίνος του προστάτη που μπορεί να ελεγχθεί μέσω της μείωσης των επιπέδων της τεστοστερόνης στον οργανισμό
Προχωρημένος καρκίνος του προστάτη: ο υποτροπιάζων καρκίνος του προστάτη μετά από χειρουργική θεραπεία και/ή ακτινοθεραπεία και ο μεταστατικός καρκίνος του προστάτη χωρίς προηγούμενη τοπική θεραπεία
Συνολική επιβίωση: το χρονικό διάστημα είτε από τη διάγνωση είτε από την έναρξη θεραπείας κατά το οποίο ο ασθενής παραμένει εν ζωή


Βασικές πηγές:
1. Swami U, McFarland TR, Nussenzveig R, Agarwal N. Advanced Prostate Cancer: Treatment Advances and Future Directions. Trends Cancer. 2020 Aug;6(8):702-715.
2. Sayegh N, Swami U, Agarwal N. Recent Advances in the Management of Metastatic Prostate Cancer. JCO Oncol Pract. 2022 Jan;18(1):45-55.
Συμπληρωματικές πηγές:
3. Sandhu S, Moore CM, Chiong E, Beltran H, Bristow RG, Williams SG. Prostate cancer. Lancet. 2021 Sep 18;398(10305):1075-1090.
4. Greece Cancer Statistics, Globocan 2020, WHO.
5. U.S. Food and Drug Administration (FDA),
March 2022.
6. U.S. Food and Drug Administration (FDA),
August 2022.
7. U.S. Food and Drug Administration (FDA), December 2020.
8. U.S. Food and Drug Administration (FDA),
May 2020.
9. U.S. Food and Drug Administration (FDA),
May 2020.
10. https://www.fda.gov/drugs/resources-information-approved-drugs/fda-approves-olaparib-hrr-gene-mutated-metastatic-castration-resistant-prostate-cancer (ημερομηνία πρόσβασης στον ιστότοπο: Οκτώβριος 2022)
11. Smith MR,et al; ARASENS Trial Investigators. Darolutamide and Survival in Metastatic, Hormone-Sensitive Prostate Cancer. N Engl J Med. 2022 Mar 24;386(12):1132-1142.
12. Abida W, et al; TRITON2 investigators. Rucaparib in Men With Metastatic Castration-Resistant Prostate Cancer Harboring a BRCA1 or BRCA2 Gene Alteration. J Clin Oncol. 2020 Nov 10;38(32):3763-3772.
13. Sartor O, et al; VISION Investigators. Lutetium-177-PSMA-617 for Metastatic Castration-Resistant Prostate Cancer. N Engl J Med. 2021 Sep 16;385(12):1091-1103.
14. European Medicines Agency, Keytruda (pembrolizumab).

HIV/AIDS: Εξελίξεις και θεραπευτικές προσεγγίσεις

Η μετάδοση του HIV πραγματοποιείται κυρίως μέσω της σεξουαλικής επαφής χωρίς προστασία, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης από τη μητέρα στο έμβρυο, μέσω μολυσμένων υποδερμικών βελονών, καθώς και μέσω μολυσμένων μεταγγίσεων αίματος. [1]

Από την αρχή της επιδημίας, 84,2 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν μολυνθεί από τον HIV και περίπου 40,1 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν πεθάνει εξαιτίας του. Παγκοσμίως, 38,4 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν με HIV στο τέλος του 2021. Υπολογίζεται ότι το 0,7% των ενηλίκων ηλικίας 15–49 ετών παγκοσμίως ζουν με HIV, παρότι το βάρος της επιδημίας συνεχίζει να ποικίλλει σημαντικά μεταξύ χωρών και περιοχών.

Η Αφρική παραμένει η περιοχή του πλανήτη που πλήττεται περισσότερο από τη νόσο, με σχεδόν 1 στους 25 ενήλικες (3,4%) να ζει με HIV και την αφρικανική ήπειρο να αντιπροσωπεύει πάνω από τα δύο τρίτα των ανθρώπων που ζουν με HIV παγκοσμίως. [2]

Πηγή: WHO, Ιούλιος 2022

Στην Ελλάδα, όπου η επιδημιολογική επιτήρηση της HIV λοίμωξης πραγματοποιείται κυρίως μέσω του συστήματος της υποχρεωτικής δήλωσης των περιστατικών λοίμωξης με HIV, των κρουσμάτων AIDS και των θανάτων στον ΕΟΔΥ, μέχρι και την 31η Οκτωβρίου του 2022, έχουν καταγραφεί 19.731 περιστατικά λοίμωξης με HIV (82,3% άνδρες). Από το σύνολο των ατόμων αυτών, 4.587 έχουν εκδηλώσει AIDS και 11.908 βρίσκονται υπό αντιρετροϊκή αγωγή, ενώ ο συνολικός αριθμός των θανάτων εξαιτίας του HIV ανέρχεται στους 3.309.

Την περίοδο 1/1/22 – 31/10/22 διαγνώστηκαν και δηλώθηκαν στον ΕΟΔΥ 430 νέα περιστατικά HIV λοίμωξης (4,0 ανά 100.000 πληθυσμού), εκ των οποίων τα 343 (79,8%) αφορούν σε άνδρες και τα 87 (20,2%) σε γυναίκες. Οι νέες διαγνώσεις HIV ανά 100.000 πληθυσμού για την περίοδο αυτή, φαίνεται να κυμαίνονται σε χαμηλότερα επίπεδα συγκριτικά με εκείνες που δηλώθηκαν τα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα των 11 προηγούμενων ετών.

Τα περισσότερα περιστατικά αφορούσαν άτομα που μολύνθηκαν μέσω της απροφύλακτης σεξουαλικής επαφής, κυρίως μεταξύ ανδρών. Ειδικότερα, οι 202 (46,98%) νέες HIV διαγνώσεις αφορούν σε άνδρες που είχαν απροφύλακτες σεξουαλικές επαφές με άνδρες (ΑΣΑ), ενώ οι 94 (21,86%) αφορούν σε άτομα που μολύνθηκαν μέσω της απροφύλακτης ετεροφυλοφιλικής σεξουαλικής επαφής.

Η από κοινού χρήση ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών δηλώθηκε ως πιθανός τρόπος μόλυνσης για 52 (12,09%) νέα περιστατικά. Επίσης, κατά τους 10 μήνες του 2022 διαγνώστηκαν και δηλώθηκαν 5 περιστατικά κάθετης μετάδοσης του ιού. [3]

Νέες διαγνώσεις λοίμωξης με HIV ανά 100.000 πληθυσμού στην Ελλάδα
(Ιανουάριος-Οκτώβριος 2011-2022)

Πηγή: ΕΟΔΥ

Αντιρετροϊκή θεραπεία
Η συνδυαστική χρήση τριών ή περισσότερων αντιρετροϊκών φαρμάκων για την καταστολή της λοίμωξης με HIV ονομάζεται αντιρετροϊκή θεραπεία (Antiretroviral Therapy – ART), ενώ η χρήση πολλαπλών φαρμάκων σε συνδυασμό με σκοπό την αύξηση της αποτελεσματικότητας έναντι διάφορων ιικών στόχων ονομάζεται υψηλά ενεργή αντιρετροϊκή θεραπεία (Highly Active Antiretroviral Therapy – HAART). H HAART βοηθά στη διατήρηση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος, εμποδίζοντας τον HIV να αναπτύξει αντίσταση, και αναχαιτίζει άλλες λοιμώξεις που δυνητικά οδηγούν σε θάνατο. Οι πέντε κατηγορίες φαρμάκων που χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό για τη θεραπεία της λοίμωξης HIV είναι: αναστολείς εισόδου, αναστολείς νουκλεοσιδικής/νουκλεοτιδικής αντίστροφης μεταγραφάσης, μη νουκλεοσιδικοί αναστολείς αντίστροφης μεταγραφάσης, αναστολείς ιντεγκράσης και αναστολείς πρωτεάσης. [1]

Τα τελευταία 35 χρόνια, η εξαιρετικά αποτελεσματική αντιρετροϊκή θεραπεία έχει σώσει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο καταστέλλοντας τον HIV σε μη ανιχνεύσιμα επίπεδα. Ωστόσο, αυτό δεν μεταφράζεται σε απουσία του ιού στον οργανισμό, καθώς ο ιός υπάρχει σε σταθερές δεξαμενές κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος που έχουν μολυνθεί από τον ιό κατά τη μόλυνση , οι οποίες παραμένουν ανενεργές, μη ανιχνεύσιμες και απρόσιτες για τα αντιρετροϊκά φάρμακα. [4]

Μια άλλη θεραπευτική προσέγγιση είναι η μεταμόσχευση αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων με ομόζυγη μεταλλαγή του υποδοχέα CCR5-delta32 σε άτομα μολυσμένα με HIV, η οποία αντιμετωπίζεται ως ορόσημο στην παγκόσμια επιδημία του AIDS. Έχουν αναφερθεί δύο περιπτώσεις λειτουργικής θεραπείας για τον HIV και είναι γνωστές ως «ο Ασθενής του Βερολίνου» και «ο Ασθενής του Λονδίνου». Και στις δύο περιπτώσεις, οι ασθενείς έλαβαν αλλογενή μεταμόσχευση αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων από δότες με ομόζυγη μετάλλαξη CCR5- delta32 για σχετιζόμενη αιματολογική κακοήθεια. Από το 2008, όταν ο ασθενής του Βερολίνου θεραπεύτηκε από τον ιό HIV, οι επιστήμονες στοχεύουν σε μια μακροπρόθεσμη θεραπεία για τον ευρύτερο πληθυσμό. Το 2019, ο ασθενής από το Λονδίνο έγινε το δεύτερο άτομο που απαλλάχθηκε από τον ιό HIV και σταμάτησε τη θεραπεία με αντιρετροϊκά φάρμακα. Βάσει αυτών των περιπτώσεων, το γονίδιο CCR5 αντιμετωπίζεται τώρα ως βιώσιμος στόχος για τη θεραπεία του HIV. [1]

Ως εκ τούτου, υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον για την επαγωγή ανθεκτικότητας του ανοσοποιητικού συστήματος στον HIV μέσω της χρήσης γονιδιακά τροποποιημένων αυτόλογων αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων με μη λειτουργικό CCR5.

Γονιδιακές θεραπείες
Παράλληλα, οι μελέτες στη γονιδιακή θεραπεία του HIV με στόχο τον υποδοχέα CXCR4 είναι πολλά υποσχόμενες. [5]

Η τεχνολογία νουκλεάσης δακτύλου ψευδαργύρου είναι ένα δημοφιλές εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη στόχευση συγκεκριμένων αλληλουχιών DNA στο γονιδίωμα. Εμπίπτει στην κατηγορία των περιοριστικών ενζύμων και παρασκευάζεται τεχνητά με τη σύντηξη μιας περιοχής σύνδεσης DNA (δάκτυλοψευδαργύρου) και μιας περιοχής διάσπασης DNA (νουκλεάση). Θα μπορούσε να αποτελέσει μία ελπιδοφόρα θεραπεία για το AIDS, ωστόσο, χρειάζεται περισσότερη έρευνα γύρω από το θέμα, ενώ παράλληλα είναι μια δαπανηρή τεχνική.

Μια άλλη πρωτοποριακή τεχνική είναι το σύστημα γονιδιακής επεξεργασίας CRISPR/Cas9. Γονιδιακά επεξεργασμένα βλαστοκύτταρα μπορούν να εγκατασταθούν σε έναν ασθενή με HIV λοίμωξη μέσω μεταμόσχευσης μυελού των οστών και να επάγουν την ανθεκτικότητα του ανοσοποιητικού συστήματος στον HIV. Αυτή η τεχνική, ωστόσο, ενδέχεται να εγείρει ηθικά ζητήματα και χρειάζεται ακόμη πολλή έρευνα για να καταστεί βιοηθικά ένα ασφαλές εργαλείο.

Οι ερευνητές έχουν κατασκευάσει επίσης ένα μόριο που ονομάζεται χιμαιρικός υποδοχέας αντιγόνου (Chimeric Antigen Receptor – CAR) και εισήγαγαν το κατασκευασμένο γονίδιο για αυτό το μόριο στα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα (αυτά που σχηματίζουν το αίμα). Αυτό το μόριο έχει δύο υποδοχείς που αναγνωρίζουν το αντιγόνο (HIV) και κατευθύνουν τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος να εντοπίσουν και να σκοτώσουν τα μολυσμένα με HIV κύτταρα. Σε μελέτες που έγιναν σε ποντίκια παρατηρήθηκε πτώση 80% έως 95% στο ιικό φορτίο, δίνοντας ελπίδες για μια εφικτή επιλογή θεραπείας σε οροθετικούς ανθρώπους.

Ανοσολογικές Προσεγγίσεις
Μελέτες έχουν δείξει ότι ένα εμβόλιο θα μπορούσε να συμβάλει αποτελεσματικά στην κάθαρση του ιού, όπως για παράδειγμα ο φορέας εμβολίου Rhesus CMV. Ένας φορέας εμβολίου είναι ένα είδος εμβολίου που αποτελείται από χημικά εξασθενημένους ιούς που μεταφέρονται στο σώμα για να δημιουργήσουν μια ανοσολογική απόκριση. Τα γονίδια που χρησιμοποιούνται σε αυτά τα εμβόλια είναι επιφανειακές πρωτεΐνες που κωδικοποιούν αντιγόνο από το συγκεκριμένο παθογόνο.

Το SAV001-H είναι το πρώτο και μοναδικό προληπτικό εμβόλιο HIV που χρησιμοποιεί τον αδρανοποιημένο ιό HIV-1. Είναι το μοναδικό από τα εμβόλια που χρησιμοποιεί γενετικά τροποποιημένο γονιδίωμα ολόκληρου του ιού, εξαλείφοντας την παθογένειά του και αδρανοποιώντας τη μολυσματικότητά του μέσω ακτινοβολίας και χημικών θεραπειών. Τα αποτελέσματα της κλινικής δοκιμής Φάσης 1, που ολοκληρώθηκαν το έτος 2013, βρέθηκαν ωστόσο να έχουν σοβαρές και δυσμενείς επιπτώσεις στους 33 συμμετέχοντες. Ένα άλλο πολλά υποσχόμενο εμβόλιο που ονομάζεται εμβόλιο Kang χρησιμοποιεί επίσης τον αδρανοποιημένο HIV-1. Το εμβόλιο Kang είναι παρόμοιο με τα εμβόλια που αναπτύχθηκαν για τη λύσσα, την πολιομυελίτιδα και τη γρίπη. Ωστόσο, ο HIV-1 είναι γενετικά κατασκευασμένος σε αυτό το εμβόλιο, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με την ασφάλεια και τη δυνατότητα παραγωγής μεγάλης ποσότητας.

Οι ερευνητές έχουν επίσης δοκιμάσει ένα ανοσογόνο που ονομάζεται eOD-GT8 60mer, ένα πρωτεϊνικό νανοσωματίδιο, το οποίο έχει σχεδιαστεί για να μιμείται μία σημαντική περιοχή της πρωτεΐνης του φακέλου του HIV που θα συνδεθεί και θα ενεργοποιήσει τα Β κύτταρα για να παράγουν κύτταρα πλάσματος, τα οποία με τη σειρά τους εκκρίνουν τα αντισώματα που απαιτούνται για την καταπολέμηση του HIV. Αυτό το νανοσωματίδιο αναπτύχθηκε στο εργαστήριο Schief και δοκιμάστηκε σε μοντέλα ποντικιών που κατασκευάστηκαν από το εργαστήριο Nemazee.

Οι ερευνητές έδειξαν ότι θα μπορούσε να είναι ένα πολλά υποσχόμενο πρώτο βήμα σε μια σειρά ανοσοποιήσεων κατά του HIV. Το εμβόλιο φαίνεται να λειτουργεί καλά σε μοντέλα ποντικών. Οι ερευνητές τώρα ερευνούν άλλα ανοσογόνα που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν σε συνύπαρξη με το eOD-GT8 60mer. [1]

Έρευνες για εμβόλιο mRNA
Στις ΗΠΑ το Εθνικό Ινστιτούτο Αλλεργίας και Λοιμωδών Νοσημάτων (NIAID) ξεκίνησε μια κλινική δοκιμή Φάσης 1 που αξιολογεί τρία πειραματικά εμβόλια για τον HIV που βασίζονται σε μια πλατφόρμα αγγελιοφόρου RNA (mRNA) — μια τεχνολογία που χρησιμοποιείται ήδη σε πολλά εγκεκριμένα COVID- 19 εμβόλια. Η μελέτη HVTN 302 θα εξετάσει εάν τα ακόλουθα τρία πειραματικά εμβόλια HIV mRNA είναι ασφαλή και μπορούν να προκαλέσουν ανοσοαπόκριση: 1) BG505 MD39.3 mRNA, 2) BG505 MD39.3 gp151 mRNA και 3) BG505 MD39.3 mRNA CD39.3 gp151 . Κάθε ερευνητικό υποψήφιο εμβόλιο έχει σχεδιαστεί για να παρουσιάζει την πρωτεΐνη ακίδας που βρίσκεται στην επιφάνεια του HIV που διευκολύνει την είσοδο στα ανθρώπινα κύτταρα.
Κάθε ένα από τα πειραματικά εμβόλια κωδικοποιεί διαφορετικές αλλά πολύ συγγενείς, σταθεροποιημένες πρωτεΐνες, ενώ κανένα από τα τρία υποψήφια εμβόλια δεν μπορεί να προκαλέσει μόλυνση από τον ιό HIV. [7]

Επιπλέον, οι ερευνητές μελετούν τη χρήση ορισμένων από αυτά τα πιθανά εμβόλια HIV ως μέσο θεραπείας. «Τα εμβόλια mRNA που εγκρίθηκαν για την πρόληψη της Covid-19 λοίμωξης ήταν επαναστατικά. Και η ίδια ακριβώς τεχνολογία μπορεί να είναι αυτή που μας οδηγεί στη γραμμή του τερματισμού για ένα εμβόλιο κατά του HIV», δηλώνει ο Steven Deeks, M.D., ειδικός για τον HIV, ερευνητής εμβολίων και καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια (UCSF).

«Υπάρχει μεγάλη ώθηση σήμερα για τη θεραπεία της λοίμωξης από τον ιό HIV, καθώς είναι δύσκολο για πολλούς ανθρώπους να ακολουθήσουν [αντιρετροϊκή] θεραπεία και να την παρατείνουν για δεκαετίες», τονίζει ο Deeks».[8]


Πηγές:
1) Gupta PK, Saxena A. HIV/AIDS: Current Updates on the Disease, Treatment and Prevention. Proc Natl Acad Sci India Sect B Biol Sci. 2021;91(3):495-510
2)WHO
3)ΕΟΔΥ
4) Maina EK, Adan AA, Mureithi H, Muriuki J, Lwembe RM. A Review of Current Strategies Towards the Elimination of Latent HIV-1 and Subsequent HIV-1 Cure. Curr HIV Res. 2021;19(1):14-26.
5) Ding J, Liu Y, Lai Y. Knowledge From London and Berlin: Finding Threads to a Functional HIV Cure. Front Immunol. 2021 May 27;12:688747.
6) Maina EK, Adan AA, Mureithi H, Muriuki J, Lwembe RM. A Review of Current Strategies Towards the Elimination of Latent HIV-1 and Subsequent HIV-1 Cure. Curr HIV Res. 2021;19(1):14-26
7) Νational Institutes of Health (NIH) USA
8) AARP Foundation

Γιάννης Σωτηρίου: Εξασφαλίζουμε στους Έλληνες ασθενείς πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες

Tο Ινστιτούτο Φαρμακευτικής Έρευνας & Τεχνολογίας τιμήθηκε με δύο βραβεία στη φετινή εκδήλωση απονομής των Healthcare Business Awards. Το ένα αφορούσε τις δράσεις του ΙΦΕΤ στην αντιμετώπιση της COVID-19 (Preparation & Emergency Response), ενώ το δεύτερο ήταν στην κατηγορία Εθνική/Περιφερειακή Πρωτοβουλία για την Υγεία. Τι σημαίνουν για το Ινστιτούτο οι παραπάνω διακρίσεις;

Κάθε διάκριση που καταφέρνουμε να πετύχουμε είναι ιδιαίτερα σημαντική. Πόσο μάλλον όταν αφορά στην τόσο απαιτητική περίοδο της πανδημίας. Αισθανόμαστε μεγάλη τιμή για την αναγνώριση της προσπάθειας που κατέβαλε συνολικά το Ινστιτούτο, αλλά και κάθε εργαζόμενος μεμονωμένα. Για εμάς τα δύο αυτά βραβεία επιβεβαίωσαν την αναγνώριση της σημασίας των δράσεων εθνικής εμβέλειας του ΙΦΕΤ για τη στήριξη της Υγείας, την πρόληψη, αλλά και την γενικότερη αντιμετώπιση και διαχείριση της πανδημίας.

Θεωρούμε εξαιρετικά σημαντικό το θεσμό των Healthcare Business Awards για την ανάδειξη, τόσο των καινοτόμων δράσεων, των βέλτιστων πρακτικών και των νέων συνεργειών του κλάδου, όσο και για την ανάδειξη των πρωτοβουλιών που συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών σε όλο το φάσμα των υπηρεσιών Υγείας.

Παρά τις επιπτώσεις του Covid-19 στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, το ΙΦΕΤ στήριξε ουσιαστικά την εθνική προσπάθεια αντιμετώπισης της πανδημίας εξασφαλίζοντας τη βασική νοσοκομειακή θεραπεία ρεμδεσιβίρης, τον απαραίτητο ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό για τη λειτουργία των ΜΕΘ/ΜΑΦ, αλλά και τα απαραίτητα υλικά για την ομαλή και έγκαιρη διεξαγωγή του Εθνικού εμβολιαστικού προγράμματος.

Στόχος μας διαχρονικά παραμένει η προάσπιση της δημόσιας Υγείας και η βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών σε κάθε ανάγκη τους και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες.

Με ποιες δράσεις το ΙΦΕΤ στήριξε την εθνική προσπάθεια αντιμετώπισης της πανδημίας;

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου το ΙΦΕΤ κλήθηκε να στηρίξει την εθνική προσπάθεια σε πάρα πολλές περιπτώσεις, καταφέρνοντας ωστόσο να κινηθεί με ευελιξία, κάτω από πραγματικά έκτακτες συνθήκες. Από τον Οκτώβριο του 2020 το ΙΦΕΤ είχε οριστεί από το κράτος ως ο εκτελεστικός ανάδοχος για την εκτέλεση των κοινών ευρωπαϊκών προμηθειών.

Στο ανωτέρω πλαίσιο εμπίπτει και η διαχείριση της ρεμδεσιβίρης, της βασικότερης θεραπείας αντιμετώπισης των ασθενών που νοσηλεύτηκαν με covid. Η δυσκολία διαχείρισης της πρωτόγνωρης αυτής κατάστασης μας ώθησε στο να δημιουργήσουμε μία στενή ομάδα εργασίας στην οποία συμμετείχε το Υπουργείο Υγείας, το ΙΦΕΤ και η παράγωγος εταιρεία.

Δημιουργήσαμε ένα μοντέλο προβλεψιμότητας, αντλώντας από τα νοσοκομεία αναφοράς, σε εβδομαδιαία βάση, τα διαθέσιμα αποθέματα και τις εισαγωγές των ασθενών, σε συνδυασμό πάντα με τα ημερήσια στοιχεία του ΕΟΠΥ για την εξέλιξη της πανδημίας. Αν και δεν υπήρχε ένα ενιαίο ηλεκτρονικό σύστημα για τα νοσοκομεία του ΕΣΥ, με επιμονή και συνεργασία, αποδείξαμε πως ακόμη και χωρίς τεχνολογίες αιχμής, μπορείς να χτίσεις απαιτητικά μοντέλα διαχείρισης.

Έτσι καταφέραμε να διασφαλίσουμε την επάρκεια και παράλληλα να έχουμε μία πραγματική εικόνα των αποθεμάτων, οδηγώντας μάλιστα το Υπουργείο Υγείας, το καλοκαίρι του 2021, σε μια ανακατανομή αποθεμάτων ρεμδεσιβίρης μεταξύ των νοσοκομείων. Πλέον έχουμε διαθέσει περισσότερες από 700.000 δόσεις ρεμδεσιβίρης, εξασφαλίζοντας τη θεραπεία σε περισσότερους από 120.00 ασθενείς.

Εκτός από τη ρεμδεσιβίρη, το ΙΦΕΤ αποτέλεσε, όπως ανέφερα και παραπάνω, τον εκτελεστικό ανάδοχο και για υλικά όπως σύριγγες και βελόνες, κουτιά μεταφοράς εμβολίων, θερμόμετρα, ψυγεία και άλλα απαραίτητα για την έναρξη και την ομαλή εξέλιξη του εμβολιασμού.

Τέλος, διαχειριστήκαμε σημαντικό μέρος του εξοπλισμού των ΜΕΘ / ΜΑΦ καθώς και τις χρηματικές δωρεές που πραγματοποιήθηκαν για τον σκοπό αυτό κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Πώς το ΙΦΕΤ διευκολύνει την πρόσβαση των ασθενών σε νέες καινοτόμες θεραπείες;

Εξ’αρχής εστιάσαμε στρατηγικά στη διευκόλυνση της πρόσβασης των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες, ιδίως όσον αφορά σε σπάνιες παθήσεις. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι σπάνιες παθήσεις θέτουν μεγάλες προκλήσεις, τόσο ιατρικές όσο και οικονομικές, στους ασθενείς, στο οικογενειακό τους περιβάλλον, στις τοπικές κοινότητες και στο γενικότερο υγειονομικό οικοσύστημα. Εστιάζω στις σπάνιες παθήσεις που έχουν άρρηκτη σχέση με τις καινοτόμες θεραπείες, καθώς ο μικρός σχετικά αριθμός ασθενών, η πολυπλοκότητα της διάγνωσης, καθώς και το κόστος ανάπτυξης θεραπειών για μια σπάνια νόσο διαμορφώνουν συνθήκες που απαιτούν ευελιξία στην αντιμετώπισή τους. Όλες οι παραπάνω προκλήσεις, μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο συλλογικά, με το σχεδιασμό σφαιρικών λύσεων, ώστε να επιταχύνουν την πρόσβαση των ασθενών σε νέες καινοτόμες θεραπείες. Στη νέα στρατηγική του ΙΦΕΤ έχουμε θέσει ως προτεραιότητα την ανάπτυξη συμπράξεων με φορείς και ερευνητικά ιδρύματα, με στόχο τη στήριξη της καινοτομίας και την ανάπτυξη εξατομικευμένων λύσεων. Εδώ και 30 χρόνια, ο αυτοχρημαδοτούμενος οργανισμός του Ινστιτούτου Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας στοχεύει στην άμεση κάλυψη των Ελλήνων ασθενών για όσο διάστημα διατηρείται μια έλλειψη φαρμάκου στην αγορά, καθώς και στη διαπραγμάτευση της χαμηλότερης δυνατής τιμής για την μείωση της συνολικής δημόσιας δαπάνης. Εξασφαλίζουμε στους Έλληνες ασθενείς πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες διακινώντας περισσότερα από 800 σκευάσματα που καλύπτουν ολόκληρο το εύρος του συστήματος Υγείας, από τα φαρμακεία του ΕΟΠΠΥ, τα δημόσια και ιδιωτικά νοσοκομεία, μέχρι τις φαρμακαποθήκες και τα ιδιωτικά φαρμακεία, πάντα σε στενή συνεργασία με τον ΕΟΦ, τον ΕΟΠΠΥ και το Υπουργείο Υγείας.

Ποια η πορεία του του ψηφιακού μετασχηματισμού του ΙΦΕΤ και ποια τα επόμενα βήματα;

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός του Ινστιτούτου αποτέλεσε έναν εκ των τριών βασικών πυλώνων της τριετούς στρατηγικής μας για την επίτευξη ενός συνολικότερου πλάνου εκσυγχρονισμού. Εδώ αξίζει να αναφέρω ότι οι υπόλοιποι δυο κύριοι πυλώνες της στρατηγικής μας αφορούν στην οικονομική εξυγίανση και εξασφάλιση υψηλής ρευστότητας, καθώς και την ανάπτυξη νέων καινοτόμων λύσεων στον ευρύτερο τομέα της ελεγχόμενης πρόσβασης.

Στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού, το σημαντικότερο εμπόδιο που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε, ήταν ότι δεν υπήρχαν πραγματικά ψηφιοποιημένα δεδομένα. Εστιάσαμε λοιπόν εξαρχής στην ευρεία χρήση πληροφοριακών συστημάτων, με εφαρμογή σε εσωτερικές διαδικασίες, στην εξυπηρέτηση των πελατών μας, αλλά και στη γενικότερη ψηφιακή υποδομή και ασφάλεια της εταιρείας.

Καταφέραμε ήδη να ψηφιοποιήσουμε τη διαδικασία με την οποία οι παραγγελίες λειτουργούν εσωτερικά, από το Τμήμα Πωλήσεων προς το Τμήμα Αγορών, ενώ σε εφαρμογή έχει τεθεί και μια νέα πλατφόρμα που μας επιτρέπει να λαμβάνουμε ηλεκτρονικά τις παραγγελίες από τους πελάτες.

Εφαρμόζουμε μια ευρεία σειρά από νέα ψηφιακά εργαλεία, μεταξύ των οποίων αυτοματοποίηση έγκρισης δαπανών, σύστημα ηλεκτρονικής διαχείρισης συμβάσεων, λογισμικό διαχείρισης των αδειών του προσωπικού, ηλεκτρονικό πρωτόκολλο, καθώς και μια ολοκληρωμένη ψηφιακή λύση για τον απομακρυσμένο έλεγχο των συνθηκών θερμοκρασίας και υγρασίας των αποθηκευτικών χώρων και των ψυκτικών μονάδων.

Παράλληλα, δώσαμε έμφαση στη μονάδα του εργαστηρίου, στη μονάδα παραγωγής, δημιουργήσαμε ενιαίο τμήμα προμηθειών και προχωρήσαμε σε σημαντικό αριθμό προσλήψεων μέσω ΑΣΕΠ αλλά και μέσω επικουρικού προσωπικού, ώστε να στηριχθεί με το απαραίτητο ανθρώπινο δυναμικό η υλοποίηση του πλάνου μας.

Απώτερος στόχος όλων των ανωτέρω είναι να έχουμε μία πλήρη ψηφιοποίηση όλης της διαδικασίας, από τη στιγμή της παραγγελίας ενός φαρμάκου από τον ασθενή, μέχρι και την στιγμή που θα το παραλάβει. Αυτή η ολοκληρωμένη διαδικασία ιχνηλασιμότητας θα βελτιώσει τις παρεχόμενες υπηρεσίες στους ίδιους τους ασθενείς, θα προσφέρει πλήρη διαφάνεια και θα μας επιτρέψει να ανιχνεύσουμε, με στοιχεία, όπου υπάρχουν κενά και καθυστερήσεις.

Σε ποιο σημείο βρίσκεται η συνεργασία με την Ένωση Ασθενών Ελλάδας για την ανάπτυξη εφαρμογής, που θα δίνει πρόσβαση στον ασθενή ΣΗΠ ώστε να παρακολουθεί real time την παραγγελία του;

Αρχικά, το ΙΦΕΤ επεδίωξε ενεργά τη στενή συνεργασία με την Ένωση Ασθενών Ελλάδος. Μέσα από μια σειρά συναντήσεων που πραγματοποιήθηκαν, αφουγκραστήκαμε την ανάγκη για τη δημιουργία μιας εφαρμογής ιχνηλασιμότητας, καθώς αναγνωρίζουμε ότι η εμπλοκή των ασθενών στην καθολική διαδικασία από τη συνταγογράφηση, έως και την εισαγωγή φαρμακευτικών σκευασμάτων είναι απαραίτητη.

Σήμερα, η εγκαθίδρυση μιας σύγχρονης αλυσίδας επικοινωνίας μεταξύ των φορέων είναι πλέον εφικτή και σε στενή συνεργασία με την Ένωση Ασθενών προχωράμε βήμα – βήμα, στην ανάπτυξη της εφαρμογής που θα δίνει τη δυνατότητα στον ίδιο τον ασθενή να παρακολουθεί real time την παραγγελία του.

Ο συμμετοχικός αυτός σχεδιασμός που προέκυψε μέσω αυτής της στενής συνεργασίας, εξελίσσεται πλέον σε μελέτη μιας νέας εφαρμογής tracking που θα δώσει την πληροφορία που λείπει από τους ασθενείς και θα βελτιώσει ακόμη περισσότερο την πρόσβαση τους στη θεραπεία τους. Τέλος, μια από τις προτάσεις που θέλουμε να πραγματοποιηθεί στο άμεσο μέλλον, είναι η πιλοτική εφαρμογή Γραφείου Ενημέρωσης Ασθενών στο πλαίσιο λειτουργίας του ΙΦΕΤ.

Από τη Σύνταξη: 2022: Aνεκπλήρωτες υποσχέσεις

To 2022 κλείνει εν πολλοίς άδοξα, ως μια χρονιά με πολλές προκλήσεις, εκθετικές προόδους στην ιατρική επιστήμη, μια έκρηξη ψηφιακών τεχνολογιών και πληθώρα διεπιστημονικών διεργασιών, που όμως δεν στάθηκαν ικανές να σηματοδοτήσουν την επί πολλά χρόνια αναμενόμενη στροφή στην υγειονομική περίθαλψη. Η σύγκρουση του κόσμου της υγείας με μια παγκόσμια πανδημία ιστορικών διαστάσεων δεν κατάφερε να γίνει ο καταλύτης για τον κλινικό, οικονομικό και λειτουργικό μετασχηματισμό των συστημάτων υγείας.

Το 2023 σηματοδοτεί το τρίτο πλήρες έτος της πανδημίας Covid-19, η οποία συνεχίζει να κυριαρχεί στον παγκόσμιο χάρτη των συστημάτων υγείας και να ανακατευθύνει πόρους και στρατηγικές, όχι πάντα με τον πιο δίκαιο τρόπο, φέρνοντας διαρκώς στο προσκήνιο τα αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με την ισότητα στην υγεία.

Οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης συνεχίζουν για τρίτη χρονιά να βιώνουν απίστευτη συναισθηματική, σωματική και επαγγελματική εξουθένωση από την ανταπόκριση στην Covid-19. Η πανδημία έχει επίσης μειώσει την πρόσβαση και τη ζήτηση των για προληπτικό έλεγχο και για ιατρική περίθαλψη που δεν σχετίζεται με αναπνευστικά προβλήματα. Οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία από τα αδιάγνωστα περιστατικά, την αποτυχία έγκαιρης παρέμβασης και την έλλειψη χρόνιας διαχείρισης της νόσου θα είναι σημαντικές.

Ωστόσο, παρά τις πολλές καταστροφικές επιπτώσεις της πανδημίας, παραμένει στον ορίζοντα μια ισχυρή ευκαιρία για επιτάχυνση της καινοτομίας και της δυνατότητας των συστημάτων υγείας να ξαναβρούν την πορεία τους, ενσωματώνοντας τις βιοεπιστήμες και τις ταχέως εξελισσόμενες ψηφιακές τεχνολογίες υγείας, τα νέα ταλέντα, την ολιστική φροντίδα και την κλινική καινοτομία. Είναι κάτι που εδώ και χρόνια αποτελεί υπόσχεση στον κόσμο και ως τέτοια, δεν θα πρέπει να ξεχαστεί.