Η πολλαπλή σκλήρυνση είναι μία από τις συχνότερες νευρολογικές διαταραχές στους νεαρούς ενήλικες. Η θεωρία ότι η εμφάνισή της μπορεί να συνδέεται με κάποιο μικροοργανισμό διατυπώθηκε για πρώτη φορά το 1884 (λίγο μετά την περιγραφή της νόσου κλινικά) και βασίστηκε στην παρατήρηση ότι τα συμπτώματα της λοίμωξης συμπίπτουν με τα οξέα επεισόδια της πολλαπλής σκλήρυνσης.
Παρά τις έρευνες για τη νόσο που συνεχίζονται εδώ και αρκετά χρόνια, ακόμα δεν γνωρίζουμε τα αίτια στα οποία αποδίδεται η εμφάνισή της. Σήμερα πιστεύουμε ότι η πολλαπλή σκλήρυνση έχει ανοσιακή βάση και συνδέεται τόσο με γενετικούς όσο και με περιβαλλοντικούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων το αντιγόνο ιστοσυμβατότητας (HLA), οι λοιμώξεις, τα χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης D, ο υψηλότερος δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) και το ιστορικό καπνίσματος.

Ο ρόλος των λοιμώξεων στην εμφάνιση της πολλαπλής σκλήρυνσης έχει εξεταστεί από διάφορες μελέτες που επικεντρώθηκαν σε παθογόνα όπως ο ιός Epstein-Barr (EBV), ο ανθρώπινος ερπητοϊός 6 (HHV-6) και το βακτήριο Chlamydia pneumoniae. Δύο μετα-αναλύσεις μάλιστα, διαπίστωσαν ότι η λοιμώδης μονοπυρήνωση σε εφήβους και νεαρούς ενήλικες, μία κλινική εκδήλωση της λοίμωξης από τον EBV, υπερδιπλασιάζει τον κίνδυνο πολλαπλής σκλήρυνσης (σχετικός κίνδυνος 2.3 και 2.17, αντίστοιχα).
Η σημαντικότητα των περιβαλλοντικών παραγόντων στην παθογένεια της πολλαπλής σκλήρυνσης υπογραμμίζεται από διάφορες έρευνες που έχουν δείξει ότι πάνω από το 80% των ασθενών με πολλαπλή σκλήρυνση δεν έχουν οικογενειακό ιστορικό, ενώ το 75% των ομοζυγωτικών διδύμων δεν παρουσιάζουν και οι δύο πολλαπλή σκλήρυνση.
Επιπλέον, ο κόσμος φαίνεται ότι έχει χωριστεί γεωγραφικά στη μέση, αναφορικά με τον κίνδυνο πολλαπλής σκλήρυνσης, καθώς τα περισσότερα περιστατικά της νόσου εμφανίζονται στο βορρά και το νότο, ενώ στις χώρες που βρίσκονται κοντά στον Ισημερινό, τα ποσοστά είναι πολύ χαμηλά. Το γεγονός αυτό αποτελεί πιθανώς ένδειξη της επίδρασης κλιματικών, υγειονομικών και κοινωνικοοικονομικών παραγόντων, σε συνδυασμό με διάφορα παθογόνα.
Η θεωρία ότι η πολλαπλή σκλήρυνση αποδίδεται σε μία παθολογική ανοσιακή απόκριση που ξεκίνησε από μία λοίμωξη της παιδικής ηλικίας βασίζεται κατά κύριο λόγο σε δεδομένα από έρευνες σε μετανάστες. Οι έρευνες αυτές έχουν δείξει ότι ο κίνδυνος εμφάνισης πολλαπλής σκλήρυνσης μεταβάλλεται κατά τη μετανάστευση ενός ατόμου σε μία περιοχή με υψηλότερα ποσοστά πολλαπλής σκλήρυνσης πριν την ηλικία των 15-20 ετών.
Ένα άλλο δεδομένο που υποστηρίζει επίσης την παραπάνω θεωρία είναι στα πρώτα χρόνια ζωής, ο τίτλος αντισωμάτων για διάφορες λοιμώξεις είναι υψηλότερος στις περιοχές όπου τα ποσοστά της πολλαπλής σκλήρυνσης είναι χαμηλά.
Τέλος, ορισμένες έρευνες έχουν δείξει ότι τα πρώτα παιδιά από οικογένειες στα υψηλότερα κοινωνικά στρώματα έχουν αυξημένο κίνδυνο πολλαπλής σκλήρυνσης. Καθώς τα παιδιά αυτά τείνουν να νοσούν αργότερα με τις περισσότερες λοιμώξεις που κυκλοφορούν στις παιδικές ηλικίες, το γεγονός αυτό υποστηρίζει τη θεωρία ότι η λοιμώξεις στην εφηβική ηλικία συνδέονται με τον κίνδυνο πολλαπλής σκλήρυνσης.
Ορισμένες έρευνες στο παρελθόν έχουν συνδέσει τον κίνδυνο πολλαπλής σκλήρυνσης με την ηλικία μόλυνσης με διάφορα παθογόνα. Ωστόσο, τα δεδομένα των ερευνών αυτών ήταν περιορισμένα, ενώ ενδέχεται να μην είχαν ερμηνευθεί και αντικειμενικά.
Διάφορες θεωρίες έχουν προσπαθήσει να εξηγήσουν τη σύνδεση ανάμεσα στις λοιμώξεις και τον αυξημένο κίνδυνο πολλαπλής σκλήρυνσης.
Μία από αυτές υποστηρίζει ότι ορισμένα παθογόνα φέρουν δομές που ομοιάζουν με αυτές της μυελίνης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται Τ λεμφοκύτταρα που στοχεύουν υγιείς ιστούς του οργανισμού.
Σύμφωνα με μία άλλη θεωρία, τα μακροφάγα και τα φυσικά κύτταρα- φονείς που ενεργοποιούνται από λοιμώδεις παράγοντες σε άλλα όργανα του σώματος, όπως οι πνεύμονες, μπορεί να οδηγήσουν σε παραγωγή προφλεγμονωδών κυτταροκινών και ενεργοποίηση μη ειδικών Τ λεμφοκυττάρων. Το γεγονός αυτό τους επιτρέπει να διαπεράσουν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, προκαλώντας έτσι φλεγμονή στο ΚΝΣ και εκκινώντας μία απόκριση αυτοανοσίας που στοχεύει τη μυελίνη. Για παράδειγμα, αυτοαντιδραστικά Τ λεμφοκύτταρα που δημιουργήθηκαν από τη φλεγμονή στους πνεύμονες, προγραμματίζονται έτσι ώστε να μεταναστεύσουν σε άλλους ιστούς μέσω του λεμφοειδούς ιστού, γεγονός που προκαλεί φλεγμονή στο ΚΝΣ.
Επιπλέον, μία πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι μία παροδική λοίμωξη του εγκεφάλου σε μία συγκεκριμένη ηλικία, μπορεί να δημιουργήσει το περιβάλλον για την εμφάνιση αυτοανοσίας. Η έρευνα αυτή εξηγεί επίσης δύο σημαντικά σημεία στη σύνδεση ανάμεσα στους ιούς και την αυτοανοσία: 1) Το γεγονός ότι η λοίμωξη με ένα παθογόνο που δεν ομοιάζει δομικά με κάποιο ιστό του οργανισμού μπορεί να οδηγήσει σε εμφάνιση αυτοανοσίας και 2) οι λοιμογόνοι παράγοντες μπορεί συχνά να μην ενοχοποιηθούν ως αιτιολογικοί παράγοντες για την εμφάνιση μίας αυτοάνοσης νόσου.
Αν κατανοήσουμε το μηχανισμό μέσω του οποίου μία ιογενής λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει χρόνια φλεγμονή στον εγκέφαλο, θα έχουμε κάνει ένα σημαντικό βήμα για να κατανοήσουμε το ρόλο των παθογόνων αυτών τόσο στην εμφάνιση της πολλαπλής σκλήρυνσης, όσο και άλλων αυτοάνοσων νοσημάτων.
Μία πρόσφατη μελέτη, μάλιστα, διαπίστωσε ότι η πνευμονία στην εφηβική ηλικία συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου, γεγονός που δημιούργησε το ερώτημα αν υπάρχουν και άλλες λοιμώξεις με αντίστοιχες επιδράσεις.
Βέβαια, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι λοιμώξεις συχνά μπορεί να αποτελούν συνέπεια της πολλαπλής σκλήρυνσης και όχι αίτιό της. Επιπλέον, ενδέχεται να χρειαστούν 5 χρόνια ή περισσότερο από την έναρξη της παθολογίας της νόσου μέχρι την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν μούδιασμα, δυσκαμψία, διαταραχές της ισορροπίας, διαταραχές της όρασης ή αίσθημα κόπωσης. Κατά συνέπεια οι έρευνες που εξετάζουν το ρόλο των λοιμώξεων στην αιτιολογία της πολλαπλής σκλήρυνσης θα πρέπει να επιβεβαιώσουν ότι οι λοιμώξεις αυτές προϋπήρχαν της πολλαπλής σκλήρυνσης.
Στην τελευταία τους μελέτη, η οποία δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Brain, μία ομάδα επιστημόνων εξέτασε σχεδόν 2,5 εκατ. εθελοντές από τη Σουηδία που είχαν γεννηθεί από το 1970 μέχρι το 1994. Σχεδόν 4.000 από αυτούς διαγνώστηκαν με πολλαπλή σκλήρυνση μετά την ηλικία των 20 ετών. Το 19% των παραπάνω είχαν διαγνωστεί με κάποια λοίμωξη από νοσοκομειακό γιατρό σε ηλικία 0-10 ετών, ενώ το 14% σε ηλικία 11-19 ετών.
Όπως διαπιστώθηκε στη μελέτη, οι περισσότερες λοιμώξεις πριν την ηλικία των 11 ετών δεν συνδέονται με διάγνωση πολλαπλής σκλήρυνσης στη μετέπειτα ζωή. Αντιθέτως, οι λοιμώξεις που διαγνώστηκαν στο νοσοκομείο (ένδειξη ότι ήταν σχετικά σοβαρές) στις ηλικίες 11-19 συνδέθηκαν ισχυρά με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης πολλαπλής σκλήρυνσης.
Οι λοιμώξεις που συνδέθηκαν ισχυρότερα με αυξημένο κίνδυνο ήταν αυτές του κεντρικού νευρικού συστήματος (του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού). Η παρατήρηση αυτή δεν προκαλεί έκπληξη καθώς είναι λογικό ότι η φλεγμονή στο ΚΝΣ μπορεί να εκκινήσει την αυτοανοσία που ευθύνεται για την πολλαπλή σκλήρυνση.
Οι λοιμώξεις του αναπνευστικού στην εφηβική ηλικία συνδέθηκαν επίσης με 51% αυξημένο κίνδυνο πολλαπλής σκλήρυνσης. Όπως υποστηρίζεται στη μελέτη, σε ορισμένες περιπτώσεις η φλεγμονή που προκαλούν οι λοιμώξεις στους πνεύμονες μπορεί να οδηγήσει σε ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος σε άλλες περιοχές του οργανισμού, όπως για παράδειγμα το ΚΝΣ, αυξάνοντας τη φλεγμονή εκεί. Ο παραπάνω μηχανισμός μπορεί να εξηγήσει πιθανώς το μηχανισμό μέσω του οποίου μία λοίμωξη εκκινεί την αυτοανοσία της πολλαπλής σκλήρυνσης. Υπάρχει επίσης το ενδεχόμενο, το παθογόνο να επηρεάζει πιο άμεσα τον εγκέφαλο.
Η λοίμωξη από τον ιό Epstein-Barr (EBV) έχει συνδεθεί στο παρελθόν με την πολλαπλή σκλήρυνση, επομένως οι επιστήμονες θέλησαν να επιβεβαιώσουν ότι η σύνδεση ανάμεσα στις άλλες λοιμώξεις και την πολλαπλή σκλήρυνση δεν αποδίδεται στον παραπάνω ιό. Κατά συνέπεια, έκαναν προσαρμογή των αποτελεσμάτων τους εξαιρώντας τους ασθενείς με ιστορικό οξείας λοίμωξης EBV. Μετά την παραπάνω προσαρμογή, η σύνδεση παρέμεινε, γεγονός που πρακτικά επιβεβαιώνει τη σύνδεση ανάμεσα στις σοβαρές λοιμώξεις κατά την εφηβική ηλικία και την εμφάνιση πολλαπλής σκλήρυνσης.
Θέλοντας να επιβεβαιωθεί ότι οι λοιμώξεις είχαν προηγηθεί των βλαβών που προκαλεί η πολλαπλή σκλήρυνση πριν εμφανιστούν συμπτώματα, οι ερευνητές της μελέτης επανέλαβαν την ανάλυσή τους εξετάζοντας μόνο τους εθελοντές που διαγνώστηκαν με πολλαπλή σκλήρυνση μετά τα 25. Και σε αυτή την ανάλυση, η σύνδεση ανάμεσα στις λοιμώξεις του αναπνευστικού ή του ΚΝΣ με την εμφάνιση πολλαπλής σκλήρυνσης διατηρήθηκε. Παρατηρήθηκε επίσης ότι χρειάζονται τουλάχιστον 5 χρόνια από τη λοίμωξη μέχρι τη διάγνωση της πολλαπλής σκλήρυνσης, γεγονός που δείχνει ότι οι βλάβες συσσωρεύονται σταδιακά μέχρι να εμφανιστούν συμπτώματα.
Περίοδος Αυξημένου Κινδύνου
Η παρούσα μελέτη προσφέρει περαιτέρω δεδομένα που δείχνουν ότι η εφηβεία είναι μία περίοδος κατά την οποία υπάρχει αυξημένος κίνδυνος έκθεσης σε προκλητικούς παράγοντες για την πολλαπλή σκλήρυνση και μπορεί να περάσουν αρκετά χρόνια από την έκθεση στους παράγοντες αυτούς μέχρι την εμφάνιση της νόσου. Οι παρατηρήσεις της μελέτης μάς βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα τους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση της νόσου. Δείχνουν επίσης ότι ο γιατρός θα πρέπει να εισάγει την πολλαπλή σκλήρυνση στη διαφορική διάγνωση αν ο ασθενής παρουσιάζει νευρολογικά συμπτώματα και έχει ιστορικό σοβαρών λοιμώξεων στην εφηβική ηλικία.
Το επόμενο βήμα είναι να εξεταστεί περαιτέρω αν οι ασθενείς που έχουν γενετική προδιάθεση για την εμφάνιση πολλαπλής σκλήρυνσης έχουν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν εντονότερη ανοσιακή απόκριση στις διάφορες λοιμώξεις.
Συμπερασματικά, φαίνεται ότι μόνο ορισμένα είδη λοιμώξεων συνδέονται με την πολλαπλή σκλήρυνση. Επίσης, λιγότερο από το 1% των ασθενών που παρουσιάζουν σοβαρές λοιμώξεις στην εφηβική ηλικία θα παρουσιάσουν τελικά πολλαπλή σκλήρυνση, καθώς προφανώς χρειάζονται και άλλοι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση της νόσου, όπως η γενετική προδιάθεση.