Ο κινέζος φιλόσοφος Κομφούκιος (551 π.χ. – 479 π.χ.) είπε στον μαθητή του Tsze-Kung, ότι για κάθε μορφή διακυβέρνησης απαιτούνται τρία πράγματα: όπλα, τροφή και εμπιστοσύνη. Αν ένας ηγέτης δεν μπορεί να κρατήσει και τα τρία, το πρώτο που θα πρέπει να εγκαταλείψει είναι τα όπλα. Δεύτερο σε σειρά προτεραιότητας έρχεται η τροφή. Η εμπιστοσύνη πρέπει να διαφυλάσσεται για το τέλος: «Χωρίς την εμπιστοσύνη δεν μπορούμε να σταθούμε».

Αναμφίβολα, η σκέψη του Κομφουκίου εξακολουθεί και μέχρι σήμερα να είναι πειστική. Η τελευταία φράση του κειμένου, με τον βραχύ τίτλο – προμετωπίδα: «Υπέρ πάντων η εμπιστοσύνη» θα μπορούσε να εντοιχιστεί σε κάθε Επιστημονικό Ερευνητικό Κέντρο, επισημαίνοντας τα στοιχεία της αφοσίωσης της υψηλής ευθύνης, της εντιμότητας και της ακεραιότητας στο χώρο της έρευνας.

Εισαγωγικά Στοιχεία
Στα τελευταία 30 χρόνια παρατηρήθηκε, και μάλιστα με σταθερά αυξανόμενο ρυθμό, ότι σε πολλές χώρες ανακοινώθηκαν στην επιστημονική κοινότητα ή/και δημοσιεύτηκαν βιοϊατρικές ερευνητικές εργασίες, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ηθικά ανεπίτρεπτες, λόγω αναφοράς σ΄ αυτές, κατασκευασμένων, πλαστών, παραποιημένων ή ακόμη και ανύπαρκτων δεδομένων. Η διαπίστωση αυτή αποτελεί μία νέα απειλή για το γόητρο του επιστημονικού status των βιοϊατρικών επιστημών με εύλογο τον αρνητικό αντίκτυπο της στην κοινωνία, που έρχεται να προστεθεί στην κρίση του Ιπποκρατικού Λειτουργήματος που ταλανίζει το Ιατρικό Σώμα σε παγκόσμια κλίμακα και που αφορά στην αλλαγή της εικόνας της ταυτότητας του γιατρού στον επαγγελματικό και τον κοινωνικό χώρο, στη διατάραξη της διαπροσωπικής σχέσης γιατρού – αρρώστου, στην απώλεια της ιατρικής αξιοπρέπειας, στην εμπορευματοποίηση των ερευνητικών ιατρικών κέντρων και γενικά της Ακαδημαϊκής Ιατρικής, αλλά και στον ρόλο των Φαρμακευτικών Βιομηχανιών στον χώρο της Υγείας.

Αδιαμφισβήτητα, η εμπιστοσύνη στον χώρο γενικά της επιστήμης και ειδικότερα της έρευνας, τόσο των κρατικών παραγόντων και των διαμορφωτών της πολιτικής υγείας, εξαρτάται εξ΄ ολοκλήρου από την προσωπική ακεραιότητα όλων εκείνων που εμπλέκονται σ΄ όλες τις φάσεις της εξελικτικής πορείας της έρευνας. Τούτο υποδηλοί ότι οι ερευνητές και οι συνεργάτες τους, οι υπεύθυνοι των Ερευνητικών Κέντρων, οι χορηγοί των ερευνητικών προγραμμάτων (Κρατικοί, Ιδρύματα, Ιδιώτες) οι συγγραφείς, ακόμη και οι εκδότες των περιοδικών προς τους οποίους υποβάλλονται οι προς δημοσίευση εργασίες, μαζί με τους κριτές των εργασιών (reviewers), οφείλουν να λειτουργούν μέσα σε ένα ηθικό πλαίσιο αφοσίωσης, υψηλής ευθύνης, διαφάνειας, ακεραιότητας και εντιμότητας, αρχές, οι οποίες είναι αυτονόητες και αποδεκτές από όλους τους συμμετέχοντες και ενδιαφερόμενους στο πεδίο της βιοϊατρικής έρευνας. Στα τελευταία χρόνια, πολλά ερευνητικά κέντρα έχουν θεσπίσει λεπτομερείς περιγραφές των παραπάνω βασικών αρχών και έχουν δημοσιεύσει κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες πρέπει να είναι καλά χαραγμένες στη μνήμη κάθε ερευνητή στην καθημερινή ενασχόληση του στο ερευνητικό εργαστήριο (1).

Όμως, παρά την ευρεία αποδοχή των παραπάνω βασικών αρχών που πλαισιώνουν την βιοϊατρική έρευνα, το στοιχείο της δολιότητας, το οποίο πλέον θεωρείται σοβαρή παραβατική πράξη και ποινικό αδίκημα, εξακολουθεί να αποκαλύπτεται σε εργασίες από πολλές χώρες όπου ανακοινώνονται ή/και δημοσιεύονται με κατασκευασμένα, παραποιημένα ή με εξ΄ ολοκλήρου πλαστά δεδομένα. Αρκετές απ΄ αυτές τις εργασίες ιδιαίτερα εκείνες που αφορούν στην κλινική έρευνα και πού δυνητικώς έχουν σοβαρά επακόλουθα στην καθημερινή ιατρική πράξη (θεραπεία ασθενών, κλπ) έρχονται στο φως της δημοσιότητας από τον ημερήσιο και τον περιοδικό τύπο, τόσο γιατί αυτή καθ΄ αυτή η είδηση «πουλάει», όσο και γιατί η απάτη στην έρευνα, όπου ο στόχος είναι η ανακάλυψη της αλήθειας, αποτελεί σοβαρή εκτροπή από τις καθιερωμένες ανθρωπιστικές και κοινωνικές αξίες.

Πραγματικά είναι δύσκολο να παραμείνει κανείς ψύχραιμος και αδιάφορος σε μία αποκάλυψη που αφορά την ίδια τη ζωή μας και η ομολογία του γιατρού – ερευνητή που στη συνείδηση της κοινωνίας είχε την εικόνα – χωρίς μάλιστα να κάνει καμία προσπάθεια γι΄ αυτό – του «Ιππότη με τα λευκά», προκαλεί αληθινό shock.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα η ομολογία (στις ΗΠΑ η ομολογία επισύρει μείωση της ποινής του κατηγορούμενου) του επιφανούς ιατρού Dr Andrew Fridman, χειρούργου γυναικολόγου σε μεγάλα ιατρικά κέντρα των ΗΠΑ, μεταξύ των οποίων και στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Harvard:

«Δημιούργησα δεδομένα και οι ασθενείς ήταν επίσης πλασματικοί»
(“I created data, I also made-up patients that were factitious”)

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφέρω ότι η με οποιαδήποτε τρόπο απάτη στην έρευνα δεν περιορίζεται μόνο στις βιοϊατρικές επιστήμες. Τα τελευταία χρόνια έχουν έλθει στο φως της δημοσιότητας περιπτώσεις δολιότητας στην έρευνα που αφορούν και σε άλλες επιστήμες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι φυσικές επιστήμες (2), οι νανο-ηλεκτρονικές (3), ακόμη και οι επιστήμες που ασχολούνται με την οικολογία (4).

Στο παρελθόν η αξιοπιστία στο πεδίο της βιοϊατρικής έρευνας βρισκόταν σε υψηλά επίπεδα και η δολιότητα στην έρευνα θεωρούνταν ότι ήταν μόνο για τα μυθιστορήματα και τον κινηματογράφο (όπως η περίπτωση «Dr Jekyll and Mr Hyde»), σήμερα όμως το «Σύνδρομο της δολιότητας στην βιοϊατρική έρευνα» (επιτρέψτε μου να χρησιμοποιήσω το ιατρικό όρο «Σύνδρομο») αποτελεί ένα σοβαρό πρόβλημα με αρνητικές επιπτώσεις, τόσο όσο αφορά την αξιοπιστία αυτή της ίδιας της έρευνας, όσο και στην εντιμότητα και γενικά στην προσωπικότητα του ερευνητή. Ακόμη, γιατί «μολύνει» την διεθνή ιατρική βιβλιογραφία (Sciences Citation Index, PubMEd) με δυσάρεστες ενδεχομένως επιπτώσεις στην υγεία των ασθενών μας.

Στα επόμενα, θα εξετάσουμε αυτό το «Σύνδρομο της δολιότητας στην βιοϊατρική έρευνα», όσο αφορά στη Σημειολογία του (ορισμός, μέγεθος, αιτιολογία, αποκάλυψη), αλλά και στην αντιμετώπιση του (πρόληψη, «θεραπεία») από την Διεθνή Επιστημονική Κοινότητα.