Τα τελευταία χρόνια έχει αναγνωριστεί η συστηματική φύση του νοσήματος της ψωρίασης. Σήμερα, η ψωρίαση δεν θεωρείται απλώς ένα δερματικό νόσημα, αλλά μια νόσος με υψηλή συννοσηρότητα, λόγω της φλεγμονής.
Η ψωριασική νόσος χαρακτηρίζεται από μια μεγάλη ποικιλία κλινικών εκδηλώσεων και, εκτός από το δέρμα, μπορεί να προσβάλλει το τριχωτό, τα νύχια, τις αρθρώσεις, το έντερο, τους οφθαλμούς. Η ψωριασική αρθρίτιδα εμφανίζεται σε ποσοστό έως και 30% των περιπτώσεων. Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης αρτηριακής υπέρτασης, σακχαρώδους διαβήτη, παχυσαρκίας και μεταβολικού συνδρόμου (κοιλιακή παχυσαρκία, υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων, χαμηλή HDL χοληστερόλη, υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλά επίπεδα γλυκόζης νηστείας).
Το μεταβολικό σύνδρομο συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών συμβαμάτων. Η ψωρίαση μπορεί να συνυπάρχει με τις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου (νόσο Crohn, ελκώδη κολίτιδα). Υπάρχει συσχετισμός με άλλα νοσήματα που αφορούν την νευρολογική και ψυχιατρική σφαίρα όπως η αγχώδης διαταραχή, η ενεργός κατάθλιψη, ο αυτοκτονικός ιδεασμός και ο αλκοολισμός. Το μεγαλύτερο πρόβλημα των ασθενών είναι ότι η νόσος επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα τόσο της δικής τους ζωής όσο και των συγγενών τους. Η ποιότητα ζωής των ασθενών με ψωρίαση επηρεάζεται αρνητικά πολύ περισσότερο από αυτήν των ασθενών που πάσχουν π.χ. από καρδιοπάθειες, βρογχικό άσθμα ή σακχαρώδη διαβήτη. Αυτό τους δημιουργεί πραγματικό ή φαντασιακό κοινωνικό αποκλεισμό και στιγματισμό. Οι ασθενείς μπορεί να δυσκολεύονται στις κοινωνικές, προσωπικές, εργασιακές και σεξουαλικές τους σχέσεις.
Ευτυχώς, σήμερα είναι διαθέσιμοι πλήθος τοπικών και συστηματικών θεραπευτικών παραγόντων, που συνδυάζουν μέγιστη αποτελεσματικότητα και αποδεκτό προφίλ ασφάλειας:
- Τοπικές αγωγές: Όταν η ψωρίαση είναι ήπια/εντοπισμένη σε κάποια σημεία, η τοπική θεραπεία αποτελεί τη συχνότερη επιλογή. Σε ήπιες, σταθερές και εντοπισμένες βλάβες προτείνουμε συνήθως τοπικές αγωγές με κρέμες, αλοιφές ή γέλες. Σε πολλές περιπτώσεις, αποτελούν σημαντικό συμπληρωματικό σκεύασμα σε ασθενείς που λαμβάνουν συστηματική αγωγή. Αυτές μπορεί να περιέχουν ουσίες με ιδιότητες μαλακτικές (π.χ. βαζελίνη), ενυδατικές (π.χ. ουρία), κερατολυτικές που απομακρύνουν το λέπι (π.χ. σαλικυλικό οξύ), τοπικά κορτικοστεροειδή με αντιφλεγμονώδη δράση, ανάλογα της βιταμίνης D (καλσιποτριόλη, καλσιτριόλη) και αναστολείς καλσινευρίνης (τακρόλιμους, πιμεκρόλιμους), που έχουν τοπική ανοσοτροποποιητική δράση. Οι τοπικοί αναστολείς καλσινευρίνης, αν και επίσημα έχουν λάβει έγκριση για την ατοπική δερματίτιδα, χρησιμοποιούνται τα τελευταία χρόνια σε ψωριασικές βλάβες στις πτυχές, στο πρόσωπο και στα γεννητικά όργανα, διότι δεν προκαλούν ατροφία.
- Η φωτοθεραπεία: Η ευεργετική επίδραση του ήλιου στην ψωρίαση οδήγησε τους επιστήμονες στη χρήση της φωτοθεραπείας, μια κλασική και δοκιμασμένη μέθοδο που γίνεται με έκθεση του δέρματος σε υπεριώδη ακτινοβολία (UV) που εκπέμπουν ειδικές λάμπες. Το φως προσομοιάζει με το ηλιακό. Η μέθοδος χρησιμοποιεί σταδιακά αυξανόμενες δόσεις σε επαναλαμβανόμενες συνεδρίες και αποτελεί μια αποτελεσματική μορφή θεραπείας της σταγονοειδούς και της μέτριας έως σοβαρής κατά πλάκας ψωρίασης. Πολλές φορές συνδυάζεται και με άλλες θεραπείες (τοπική θεραπεία, ρετινοειδή, μεθοτρεξάτη). Από τα τέλη της δεκαετίας του ΄90 έχει χρησιμοποιηθεί και το excimer laser, που εκπέμπει μονοχρωματικό φως για τη θεραπεία εντοπισμένων ανθεκτικών βλαβών.
- Η συστηματική θεραπεία: Οι κλασικές θεραπείες από το στόμα περιλαμβάνουν φάρμακα όπως η κυκλοσπορίνη, η μεθοτρεξάτη (και σε ένεση), τα ρετινοειδή (παράγωγα βιταμίνης Α). Πρόσφατα μάλιστα κυκλοφόρησε και στην Ελλάδα ο φουμαρικός διμεθυλεστέρας για την αντιμετώπιση της μέτριας και σοβαρής ψωρίασης κατά πλάκας σε ενήλικες.
Άλλες νεότερες συστηματικές θεραπείες αφορούν βιολογικούς παράγοντες όπως οι αναστολείς του παράγοντα νέκρωσης όγκων (ετανερσέπτη, ανταλιμουμάμπη, ινφλιξιμάμπη, κερτολιζουμάμπη πεγόλη), οι αναστολείς ιντερλευκίνης (ουστεκινουμάμπη, σεκουκινουμάμπη, μπρονταλουμάμπη, ιξεκιζουμάμπη, ρισανκιζουμάμπη, γκουσελκουμάμπη) ή μικρά μόρια όπως ο αναστολέας φωσφοδιεστεράσης (απρεμιλάστη). Αυτά τα φάρμακα παρεμβαίνουν σε συγκεκριμένες διαδικασίες της παθογένειας του νοσήματος, οι οποίες προκαλούν την αύξηση του ρυθμού πολλαπλασιασμού των κερατινοκυττάρων του δέρματος, τη φλεγμονή και τη διαταραχή της ανοσίας. Έχουν πολύ καλά αποτελέσματα και χρησιμοποιούνται σε περιπτώσεις μέτριας και σοβαρής ψωρίασης.
Οι συστηματικές θεραπείες λαμβάνονται είτε από το στόμα είτε υποδορίως ή ενδοφλεβίως. Η χορήγησή τους απαιτεί εργαστηριακό έλεγχο στο πλαίσιο της πρόληψης. Προτού κάποιος υποβληθεί σε συστηματική αγωγή, πρέπει να κάνει εργαστηριακές εξετάσεις που θα προτείνει ο δερματολόγος και να τις επαναλαμβάνει ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Καμιά αγωγή δεν μπορεί να εξαλείψει οριστικά την πάθηση. Έτσι, αν οι ασθενείς σταματήσουν να χρησιμοποιούν ένα συγκεκριμένο σκεύασμα ή να λαμβάνουν μια θεραπεία, η ψωρίαση θα επανέλθει, καθώς είναι μια χρόνια ασθένεια με εξάρσεις και υφέσεις. Είναι σημαντικό να αντιληφθούν οι ασθενείς τόσο τη χρόνια φύση της νόσου όσο και την απουσία μέχρι σήμερα οριστικής θεραπείας, προκειμένου να κατανοήσουν και να εφαρμόζουν καλύτερα τις διαθέσιμες φαρμακευτικές αγωγές.
Οι ασθενείς χρειάζεται να εφαρμόζουν σχολαστικά τη θεραπεία που τους έχει δοθεί, να φροντίζουν το δέρμα, τον εαυτό τους και να έχουν συνεχή επαφή με τον θεράποντα ιατρό. Υπάρχουν πολλά που μπορούν να πετύχουν με τη βοήθεια των ειδικών ώστε να κρατήσουν υπό έλεγχο την ψωρίαση.
Οι προσδοκίες των ασθενών με ψωρίαση έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς η κάθαρση του δέρματος αποτελεί πλέον τον νέο θεραπευτικό στόχο. Λόγω των συννοσηροτήτων και της συστηματικής φλεγμονής της νόσου, υπάρχει ανάγκη για θεραπείες που επιτυγχάνουν και διατηρούν μακροπρόθεσμα την αποτελεσματικότητα σε περισσότερους ασθενείς και παράλληλα αναστέλλουν την εξέλιξη των συνοδών νοσημάτων της ψωρίασης. Σήμερα, πλέον, οι ασθενείς με χρόνια νοσήματα όπως η ψωριασική νόσος μπορούν να αισιοδοξούν, καθώς έχουμε στη διάθεσή μας στοχεύουσες θεραπείες που προσφέρουν κάθαρση στην πλειονότητα των ασθενών, που διατηρείται σε βάθος χρόνου. Η εμπειρία μας από τη χορήγησή τους διαρκώς αυξάνεται και εμπλουτίζεται με παρατηρήσεις και δεδομένα από την αντιμετώπιση της ψωρίασης και άλλων αυτοάνοσων νοσημάτων σε παγκόσμια κλίμακα.
Ποιο φάρμακο θα χορηγηθεί, το καθορίζει ο ίδιος ο γιατρός έπειτα από κλινική εξέταση και αφού λάβει υπόψη τις συννοσηρότητες, την ψυχολογία του ασθενούς και την ποιότητα της ζωής του. Λόγω της ποικιλομορφίας της νόσου από άτομο σε άτομο, η θεραπεία εξατομικεύεται ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενούς και τις ιδιαίτερες εκδηλώσεις του νοσήματος. Οι γιατροί έχουν τη γνώση, το ενδιαφέρον και πολλά πλέον μέσα να βοηθήσουν ολιστικά, σφαιρικά, στο σύνολό τους ασθενείς με ψωριασική νόσο, λαμβάνοντας υπόψη τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και τις προσδοκίες τους από τη θεραπεία.
Το ελπιδοφόρο είναι ότι η θεραπεία της ψωρίασης αποτελεί πεδίο συνεχούς έρευνας. Η προοδευτική κατανόηση των παθογενετικών μηχανισμών του νοσήματος και η αλματώδης εξέλιξη της βιοτεχνολογίας, έχουν φέρει επανάσταση. Νέες στοχεύουσες θεραπείες έχουν κυκλοφορήσει και άλλες βρίσκονται υπό μελέτη και αναμένεται να κυκλοφορήσουν στο μέλλον.