Η έρευνα από το Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου, από την 1η Μαΐου 2020 μέχρι την 5η Φεβρουαρίου 2021, ανέλυσε δεδομένα από 16.000 και πλέον ενήλικες γυναίκες που τους ζητήθηκε, κατά την εγγραφή τους στη μελέτη, να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με την ηλικία, τις συνθήκες του νοικοκυριού, την εργασία τους, τον τρόπο ζωής, το βάρος, το ύψος, τις μακροχρόνιες ιατρικές παθήσεις, τη χρήση φαρμάκων, τα εμβόλια που έχουν κάνει, τη διατροφή και την πρόσληψη συμπληρωμάτων.
Στα μηνιαία ερωτηματολόγια παρακολούθησης καταγράφηκαν τα περιστατικά των ατόμων με Covid-19 και οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μοντέλα λογιστικής παλινδρόμησης, για να εκτιμήσουν τις συσχετίσεις μεταξύ των πιθανών παραγόντων κινδύνου και των πιθανοτήτων εμφάνισης Covid-19.

Στη μελέτη συμμετείχαν 15.227 γυναίκες, με το 95% να ανήκουν στη λευκή φυλή, που συμπλήρωσαν τουλάχιστον ένα ερωτηματολόγιο παρακολούθησης, και 14.348 γυναίκες που συμπλήρωσαν το τελικό ερωτηματολόγιο. Ο μέσος όρος ηλικίας των συμμετεχουσών ήταν τα 59 έτη. Συνολικά, καταγράφηκαν 446 κρούσματα κορονοϊού, δηλαδή σχεδόν το 3% των συμμετεχουσών.

Τριάντα δύο γυναίκες εισήχθησαν στο νοσοκομείο. Όσες είχαν ατοπικές παθήσεις, όπως έκζεμα, και όσες είχαν αλλεργική ρινίτιδα, είχαν 23% χαμηλότερο κίνδυνο να προσβληθούν από τη νόσο. Συμπεριλαμβανομένων των ατόμων που πάσχουν από άσθμα, υπήρχε 38% χαμηλότερος κίνδυνος μόλυνσης – ακόμη και μετά τον συνυπολογισμό της χρήσης στεροειδών εισπνοών.

Η λήψη ανοσοκατασταλτικών συνδέθηκε επίσης με 53% χαμηλότερες πιθανότητες μόλυνσης, αν και οι συγγραφείς σημείωσαν ότι το στατιστικό αυτό μπορεί να αντανακλά μεγαλύτερη θωράκιση από τη μόλυνση από τους ασθενείς αυτούς.